Δημοτικό Συμβούλιο
Ολοήμερο αφιέρωμα -και έκθεση γλυπτών- του Θεόδωρου Παπαγιάννη την Κυριακή στο ΤΥΠΕΤ.
Η Κινηματογραφική Λέσχη Βριλησσίων Cine-Δράση σας προσκαλεί να παρακολουθήσετε ένα μοναδικό ολοήμερο αφιέρωμα στο έργο του γλύπτη Θεόδωρου Παπαγιάννη. Η εκδήλωση ξεκινά στις 12.00 το μεσημέρι της προσεχούς Κυριακής 16 Νοεμβρίου 2014 και ολοκληρώνεται στις 10.00μμ το βράδυ, παρουσία του δημιουργού, στο πάρκο "Μ. Θεοδωράκης", Π. Μπακογιάννη 38-42, πρώην ΤΥΠΕΤ και περιλαμβάνει: -Έκθεση γλυπτών του Θεόδωρου Παπαγιάννη, 12.00 – 22.00. -Από τις 12.00 το μεσημέρι και ανά μια ώρα θα γίνονται επαναλαμβανόμενες προβολές του ντοκιμαντέρ: "Θεόδωρος Παπαγιάννης, επιστροφή στο Ελληνικό" σε σκηνοθεσία Παναγιώτη Κράββαρη. -Η τελευταία προβολή θα γίνει στις 7.00μμ και θα ακολουθήσει: -8.00μμ: Συζήτηση με τον δημιουργό, τον σκηνοθέτη Παναγιώτη Κράββαρη και τον συνθέτη του ντοκιμαντέρ Δημήτρη Φριτζαλά. Το ντοκιμαντέρ παρακολουθεί τον Θεόδωρο Παπαγιάννη να μαζεύει φίλους, συνεργάτες και παλιούς μαθητές του στη γενέτειρά του, το χωριό Ελληνικό στην Ήπειρο, και να φτιάχνουν μια πορεία γλυπτών από την είσοδο του χωριού προς το ιστορικό μοναστήρι της Τσούκας. Οι γλύπτες εμπνέονται από τις μνήμες της ζωής στην ύπαιθρο και το φυσικό τοπίο, ενώ ο τόπος προσφέρει τα υλικά: Η διάσπαρτη πέτρα, άχρηστα μέταλλα από μάντρες ανακυκλώσιμων υλικών, μάρμαρα που γίνονται δωρεά από μαρμαράδικα των Ιωαννίνων, μετατρέπονται μέσα σε 20 μέρες σε έργα τέχνης που γίνονται δωρεά στην κοινότητα. Μαζί με το μουσείο που ίδρυσε πριν 4 χρόνια στο παλιό πετρόκτιστο δημοτικό σχολείο που ήταν και αυτός μαθητής, ο Θεόδωρος Παπαγιάννης δημιουργεί ένα υπαίθριο γλυπτικό πάρκο στήνοντας ένα χώρο τέχνης μοναδικό στην Ελλάδα. Λίγα λόγια για τον γλύπτη από την Μαρίνα Λαμπράκη – Πλάκα, kθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης και Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης: Ο Θεόδωρος Παπαγιάννης ανήκει σε μια οικογένεια δημιουργών που σπανίζουν ολοένα και περισσότερο: σε αυτούς που ξαναγράφουν την ιστορία της τέχνης, ξεκινώντας από την παράδοση, για να κατακτήσουν, με επώδυνους ερευνητικούς αναβαθμούς, την προσωπική τους απελευθέρωση. Ο διάλογος με τον καιρό τους και τις εκφραστικές τους υπαγορεύσεις δεν αποτελεί για αυτούς τους καλλιτέχνες ετερονομική συμμόρφωση με τους συρμούς, αλλά εσωτερική αναγκαιότητα. Ο Θεόδωρος Παπαγιάννης κατάγεται από την Ήπειρο, από μία περιοχή που με την τραχιά της διαμόρφωση, τους γλυπτικούς ορεινούς της όγκους και την πέτρινη αρχιτεκτονική της, αφυπνίζει την ενδιάθετη καλλιτεχνική ροπή και υπαγορεύει την αυστηρότητα και το σεβασμό στη χρήση των υλικών. Αυτή την αυστηρότητα και συνέπεια την επαληθεύει το πολύμορφο έργο του Παπαγιάννη σε κάθε του φάση και στα ποικίλα υλικά που χρησιμοποιεί. Γιατί ο πολύτροπος καλλιτέχνης δεν κουράστηκε να εξερευνά όχι μόνο τα παραδοσιακά υλικά (πέτρα, μάρμαρο, χαλκό), αλλά και κάθε άλλη μορφή πρώτης ύλης: ξύλο, σίδερο, πηλό, συνθετικές ύλες, αλλά και αντικείμενα δεύτερης χρήσης, που προσθέτουν τη δική τους ιστορία στην αφήγηση του έργου. Μια παλιά φωτογραφία του μελλέφηβου Θεόδωρου μας αποκαλύπτει την πρώιμη κλίση του. Δεν θα ’ταν πάνω από δώδεκα – δεκατριών χρονών και είχε κιόλας εκδηλώσει το ταλέντο του: μια σειρά κεφάλια σκαλισμένα στην πέτρα, απειρότεχνα ακόμη, αλλά πολύ εκφραστικά προαγγέλλουν δύο βασικές σταθερές της μελλοντικής δημιουργίας του: τον ανθρωποκεντρικό της χαρακτήρα και την αναζήτηση της έκφρασης. Ίσως εδώ αξίζει να επισημάνουμε έναν άλλο χαρακτήρα της ποιητικής του Θεόδωρου Παπαγιάννη, που δεν είναι άσχετος με την ηπειρωτική του καταγωγή. Η Ήπειρος και ιδιαίτερα τα Ιωάννινα φημίζονται για τη χειρονακτική τους παράδοση, μια παράδοση που την πλούτισαν με τα έργα τους πολλοί τεχνίτες, από τους αδρούς πελεκάνους που λάξευσαν τον γκρίζο γρανίτη για να χτίσουν σπίτια και γεφύρια, ως τους εκλεπτυσμένους αργυροχόους που φιλοτέχνησαν τα ξακουστά γιαννιώτικα κοσμήματα. Ο Ηπειρώτης γλύπτης είναι ένας από τους τελευταίους δεξιοτέχνες της χειρονακτικής παράδοσης. Του αρέσει όχι μόνο να λαξεύει ο ίδιος τα έργα του, αλλά και να τα τελειοποιεί με τη μαστοριά της αρχαίας τορευτικής. Στα τελευταία του έργα φαίνεται να επικαλείται τη γηγενή παράδοση της πατρίδας του για να «κοσμήσει» τις μορφές του με το μεράκι ενός καλλιτέχνη αργυροχόου. Η μακρά μαθητεία αρχικά, και θητεία αργότερα του, Θεόδωρου Παπαγιάννη πλάι στον Γιάννη Παππά, έναν αυστηρό δάσκαλο με ρωμαλέο έργο και πλούσια πλαστική παιδεία, του εξασφάλισε στέρεα θεμέλια για να οικοδομήσει το δικό του έργο. Έργο βασικά ανθρωποκεντρικό, με μικρές παρεκβάσεις, όπως τα πουλιά, που δεν παραβιάζουν ουσιαστικά τον κανόνα. Ο Θεόδωρος Παπαγιάννης μοιράζεται με τον δάσκαλό του, τον Γιάννη Παππά την υγιεινή συνήθεια για έναν καλλιτέχνη: το πάθος του σχεδίου. Αναρίθμητα σχέδια σημαδεύουν την κάθε στιγμή της ζωής του από τότε που επέλεξε το δύσκολο προορισμό του γλύπτη. Μελετά με το πάθος ενός Λεονάρτνο Ντα Βίντσι, πρώτα απ’ όλα το ανθρώπινο σώμα σε κάθε του στάση, σε ανάπαυση και δράση. Το γυμνό από μοντέλο, αλλά και ανθρώπους στον ιδιωτικό και δημόσιο χώρο. Με ευλαβική εμμονή μελετά τις Ελληνικές αρχαιότητες πραγματοποιώντας ταξίδια – προσκυνήματα σ’ όλους τους τόπους που καθαγίασαν οι πρόγονοί μας. Γλυπτά, ανάγλυφα αλλά και αρχιτεκτονικά μέλη, κιονόκρανα, ανθέμια, ραβδώσεις του δίνουν την ευκαιρία να μελετήσει το βηματισμό του ήλιου πάνω στα αρχαία σπαράγματα, το δραματικό διάλογο φωτός και σκιάς. Θησαυρίζει εικόνες, ψηλαφεί γλυφές, πλουτίζει την οπτική του μνήμη μ’ ένα ανεξάντλητο ρεπερτόριο, από όπου θα αντλήσει αργότερα έμπνευση και διδάγματα για τα δικά του γλυπτά, τα δικά του ανάγλυφα. Οι πτυχώσεις, το παιχνίδι του σκιοφωτισμού, η διακοσμητική σχηματοποίηση διατηρούν τη μνήμη αυτών των αρχαιολογικών εξερευνήσεων με το μολύβι στο χέρι. Όπως οι γλύπτες τον παλιό καιρό, ο Θεόδωρος Παπαγιάννης δεν απαξιεί κανένα έργο. Βαθύς γνώστης της ανδριαντοποιίας, θα φιλοτεχνήσει πολλά μνημεία και προτομές με φιλαλήθεια, εντιμότητα και γνώση, που συχνά απουσιάζουν από ανάλογα έργα του δημόσιου χώρου. Στο καθαρά δημιουργικό του έργο διακρίνουμε δύο κύριες κατευθύνσεις από την πρώιμη κιόλας φάση: τα τεκτονικά γλυπτά, με συμπλέγματα μορφών λαξευμένα στο μάρμαρο και την πέτρα, που διατηρούν τη μνήμη των ορθογώνιων σχημάτων απ’ όπου προήλθαν. Τα μετακυβιστικά αυτά έργα έλκουν τη μακρινή καταγωγή τους από κυβιστές γλύπτες όπως ο Zadkine ή ο Lipchitz. Μια δεύτερη ομάδα γλυπτών εμπνέεται από οργανικές μορφές και αξιοποιεί τις δυνατότητες της «ζωικής φόρμας». Επιλέγοντας διαβρωμένες πέτρες και βότσαλα, ο γλύπτης εκμεταλλεύεται την τυχαία μορφική τους κλίση για να ανασύρει, με μικρές καίριες επεμβάσεις, ανθρώπινες φιγούρες με ιδιαίτερη εκφραστικότητα. Σε αυτή την ομάδα έργων αναγνωρίζουμε, ως μακρινούς «δασκάλους», μοντέρνους γλύπτες που θεμελίωσαν την παράδοση της «ζωτικής φόρμας», όπως ο Henry Moore. Τα πουλιά διεκδικούν μία προνομιακή θέση στη θεματογραφία του Θεόδωρου Παπαγιάννη. Οι αεροδυναμικές φόρμες τους, οι αρμονικές καμπύλες τους, ο διάλογος ανάμεσα σε κυρτούς και κοίλους όγκους οδηγεί το γλύπτη σε μία συμπυκνωμένη αφαίρεση που διατηρεί από το θέμα τη δυναμική της πτήσης και τη μελωδία των γραμμών. Η στίλβωση της επιφάνειας, το παιχνίδι της εναλλαγής ανάμεσα σε γυαλισμένα και αδρά μέρη προσθέτουν τη χάρη τους σε αυτά τα ερατεινά έργα, από τα πιο όμορφα που έπλασε ποτέ η γλυπτική τέχνη με αυτό το θέμα. Η «θωπεία» της επιφάνειας του χαλκού από την αστραφτερή αντανάκλαση ως τη σγουρή θαμπάδα μαρτυρεί το γόνιμο δίδαγμα του Brancusi. Παράλληλα, μία νέα ανθρωπότητα κάνει την εμφάνιση της στο έργο του γλύπτη, μία ανθρωπότητα που αναδύεται από αρχέγονες, αρχετυπικές και αρχαιολογικές μνήμες της Μεσογείου. Στην αρχή τα «είδωλια» αυτά έχουν διαστάσεις μικρογλυπτικής όπως οι μορφές που αποτέλεσαν την πηγή της έμπνευσης του γλύπτη: τα αναθηματικά ειδώλια της υστερομινωϊκής και της μυκηναϊκής εποχής. Τα πήλινα ειδώλια σε σχήμα Φ ή Ψ που σχηματοποιούν τη Θεά «μεθ’ υψωμένων των χειρών», όπως βάφτισε αυτήν τη στάση ικεσίας ο Στέλιος Αλεξίου στην ομώνυμη μελέτη του. Μοναχικές ή σε ζευγάρια αυτές οι κλειστές μορφές είναι στην πρώτη τους φάση οικείες και γνώριμες. Ο καλλιτέχνης δημιουργεί μια σειρά από μικρογλυπτά όπου συχνά διαφοροποιεί με άλλο κράμα και χρώμα μετάλλου τα φύλα και όπου τα κυρτά και τα κοίλα σχήματα δημιουργούν αρμονικές συζυγίες. Είναι από τα πιο γοητευτικά μικρογλυπτά της μοντέρνας ελληνικής πλαστικής. Οι μορφές αυτές θα μεγεθυνθούν, θα πάρουν μνημειακές διαστάσεις και θα αλλάξουν χαρακτήρα, σε μία σειρά νέων έργων που κυριαρχούν στη δημιουργία του γλύπτη τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια: μορφές περίκλειστες, μετωπικές, ιερατικές, συμβολικές, με παράστημα ραδινό και λυγερό, αναπτυγμένες σε υπερφυσική κλίμακα, που την τονίζει ακόμη περισσότερο το μικρό σε μέγεθος σχηματοποιημένο κεφάλι. Οι φιγούρες αυτές μας θυμίζουν τις «βαθύζωνες» ομηρικές μορφές των θρηνωδών στους αττικούς γεωμετρικούς αμφορείς και τα πρώιμα αρχαϊκά αγάλματα, όπως η «Κυρία της Auxerre» στο Λούβρο. Γυναικείες και ανδρικές μορφές διαφοροποιούνται από την υπεροχή της καμπύλης ή της ευθείας και από τα ενδύματα. Ποδήρεις μανδύες στους άνδρες, περίκοσμοι χιτώνες στις γυναίκες. Τα διακοσμητικά στοιχεία, οι ζώνες, οι ταινίες, οι χρωματικές εναλλαγές δεν αποτελούν απλά στολίδια, τονίζουν, αρθρώνουν, οργανώνουν τη σύνθεση, οριοθετούν επίπεδα, άξονες. Οι χειρονομίες έχουν τελετουργικό χαρακτήρα: χέρια που ακουμπούν στη μέση, στο κεφάλι, που ανασύρουν πέπλα, που αγκαλιάζονται, που χαιρετούν. Ο γλύπτης, βαθύς γνώστης και άκαματος εξερευνητής νέων υλικών, επινοεί καινούργια μέθοδο για να δώσει μορφή και πνοή σ’ αυτή την ιερή ανθρωπότητα. Καταφεύγει στα συνθετικά υλικά, στον πολυεστέρα, αλλά τον υποτάσσει στη δική του εκφραστική βούληση. Ενδιαφέρουσα και πρωτότυπη είναι και η ποιητική των έργων. Αφού κατασκευάσει το μεταλλικό σκελετό της μορφής, δημιουργεί ένα εκμαγείο από πηλό που «ντύνει» την αρματωσιά του έργου. Μέσα εκεί διοχετεύεται το ρευστό συνθετικό υλικό. Στην ύλη του έχει ενσωματωθεί το χρώμα μαζί με άλλα αδρανή υλικά, όπως άμμος, χώμα , μαρμαρόσκονη κ.α. Τα χρώματα, ώχρες, γαιώδη, φωτεινά γαλάζια, γκρίζα ακτινοβολούν μέσα από την ύλη των έργων προσδίδοντας τους έναν αίθριο χαρακτήρα, που φαιδρύνει την αυστηρότητα τους. Οι λεπτομέρειες, κοσμήματα και στολίδια, ενσωματώνονται στο υλικό με διάφορους τρόπους (σφραγίσματα, ενθέσεις, χαράξεις κ.λ.π). Ο ιερατικός χαρακτήρας των μορφών επιβάλλει τα τελετουργικά ενδύματα με τον πλούσιο εμβληματικό διάκοσμο. Η συμπαράθεση αυτών των έργων σε συντάγματα εντείνει τον τελετουργικό τους χαρακτήρα και μεταβάλλει το χώρο που ενοικούν σε ναό. Ανάλογα με τον τρόπο που διατάσσονται στο χώρο οι μορφές σχηματίζουν άλλοτε επικλητικές λιτανείες, άλλοτε χορούς αρχαίας τραγωδίας. Με ιδιαίτερο χαρακτήρα φορτίζονται, όταν το κτίριο που τις υποδέχεται έχει μνημειακό ή τελετουργικό χαρακτήρα, όπως το Γενί Τζαμί στη Θεσσαλονίκη, στην έκθεση του 1995. Οι καταστροφές που προκάλεσαν στο Πολυτεχνείο πριν από περίπου δέκα χρόνια οι «εορτασμοί» της ηρωικής εξέγερσης των φοιτητών συγκλόνισαν τον γλύπτη. Από τα αποκαΐδια των πυρπολήσεων θα αναστήσει μία νέα τοτεμική ανθρωπότητα με υλικά καθαγιασμένα από τη φωτιά. Μ’ ένα συγκλονιστικό κείμενο συνόδεψε τότε την πρώτη παρουσίαση αυτής της τραγικής μαρτυρίας στο κλιμακοστάσιο του κεντρικού κτιρίου της αρχιτεκτονικής του Πολυτεχνείου. Οι πασσαλόμορφες φιγούρες μοιάζουν αυτή τη φορά να έρχονται από τα βάθη της Αφρικής κουβαλώντας μία ανεξιχνίαστη μαγική δύναμη, όπως τα αντίστοιχα έργα και οι μάσκες που πυροδότησαν στην αρχή του 20ου αιώνα την επανάσταση της μοντέρνας τέχνης. Άλλωστε, ο γλύπτης δεν κρύβει το θαυμασμό του στην πρωτόγονη τέχνη. Ο καμένος πάσσαλος, η σταυρική διάταξη οριζοντίων στοιχείων που σχηματίζουν κορμούς και χέρια, τα ορατά καρφιά, η προσθήκη εμβληματικών στοιχείων, όπως στέφανα ξερής δάφνης, μεταβάλλουν αυτά τα έργα σε μία συναρπαστική και μαζί καθαρτική μαρτυρία. Γηγενής προελληνική παράδοση και πρωτόγονη τέχνη διαλέγονται και στα τελευταία τοτεμικά γλυπτά του Θεόδωρου Παπαγιάννη. Όπως μου εξομολογήθηκε ο γλύπτης, ο πυρήνας του έργου λαξεύτηκε και πάλι πάνω στα καμένα ξύλα της κατεστραμμένης δεξιάς πτέρυγας του Πολυτεχνείου. Ο πυρήνας αυτός ντύθηκε από μεταλλικά δαντελένια πλέγματα που ολοκληρώνουν τον όγκο των μορφών αρθρώνοντας τα μέλη της. Συχνά το ξύλο σκάβεται στο στήθος όπου δημιουργείται μία τράπεζα προσφορών. Ο γλύπτης αποθέτει σ’ αυτή την κόγχη πρωτόλειους καρπούς, όπως θα έκανε ένας αρχαίος προσκυνητής στο ειδώλιο της θεότητάς του. Τον τελετουργικό χαρακτήρα που έχει προσλάβει τα τελευταία χρόνια η δημιουργία του Παπαγιάννη υπογραμμίζουν οι «εγκαταστάσεις» και τα περιβάλλοντα που δημιουργεί. Φόρο τιμής στον επιούσιο άρτο αποτέλεσε το περιβάλλον που οργάνωσε το 1998 ο γλύπτης στη Αίθουσα Τέχνης Αθηνών. Ένας βολόσυρος με τους κοπτήρες του από οψιανό, που χρησιμοποιούσαν άλλοτε οι Έλληνες αγρότες στο αλώνισμα, περιβάλλεται από αρκετά σακιά με αλεύρι και ψωμιά, όλα κεραμικά, όλα φιλοτεχνημένα με ψευδαισθησιακή αληθοφάνεια. Στο κέντρο της αίθουσας μία τεράστια χαλύβδινη γάστρα, τοποθετημένη πάνω σε κάρβουνα, μας θυμίζει πώς έψηναν άλλοτε το ψωμί στα ορεινά χωριά της Ηπείρου. Ο Θεόδωρος Παπαγιάννης επιβεβαιώνει άλλη μία φορά την καταγωγή του και μας θυμίζει που πρέπει να αναζητήσουμε την αυθεντικότητα της μαρτυρίας του. Η εξέλιξη του έργου του Θεόδωρου Παπαγιάννη ευνοήθηκε από το κλίμα του Μεταμοντερνισμού, που ενθάρρυνε την επιστροφή σε τοπικές παραδόσεις και απελευθέρωσε τον καλλιτέχνη από την αυστηρή συμμόρφωση με τα διεθνή ρεύματα. Η ηπειρωτική καταγωγή του καλλιτέχνη, βιώματα της παιδικής του ηλικίας στην ύπαιθρο, οι θησαυροί των απέραντων μελετών του, η τιμιότητα του χειρωνακτικού μόχθου, το ακέραιο ήθος του ανθρώπου εξηγούν τον πλούτο, την ποικιλία, τη γνησιότητα και κυρίως την αισιοδοξία του έργου του Παπαγιάννη. Ενός έργου πανάρχαιου και σύγχρονου, που αποπνέει βαθιά ανθρωπιά. Μαρίνα Λαμπράκη – Πλάκα, Καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης, Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ 1942: Γεννήθηκε στο Ελληνικό Ιωαννίνων 1960 – 65: Σπούδασε στην Α.Σ.Κ.Τ. Αθηνών µε υποτροφία και δάσκαλο τον Γιάννη Παππά. Εκτός του καλλιτεχνικού διπλώματος πήρε και θεωρητικό, καθώς και δίπλωμα των εργαστηρίων εφαρµοσµένων τεχνών της ίδιας σχολής στη χαλκογλυπτική και γυψοτεχνική µε δάσκαλο τον Νίκο Κερλή. 1966 – 68: Μελέτησε µε διετή υποτροφία εσωτερικού του ΙΚΥ την αρχαιοελληνική τέχνη και την τέχνη της ευρύτερης περιοχής της Μεσογείου. 1969: Συνέχισε τις σπουδές του µε μια σειρά από ενημερωτικά ταξίδια τόσο στο Μεσογειακό χώρο, τον οποίο θεωρεί κοιτίδα του πολιτισμού και πηγή ανεξάντλητη, όσο και στην Ευρώπη. Ταξίδεψε στην Κρήτη, στην Αίγυπτο, στα παράλια της Μικράς Ασίας και στην Κωνσταντινούπολη. 1970: Άρχισε την πανεπιστημιακή του καριέρα µε τον διορισμό του ως βοηθός στην Α.Σ.Κ.Τ. στο εργαστήριο γλυπτικής του Γιάννη Παππά. 1972: Ηγήθηκε ομάδας εργασίας σπουδαστών της Α.Σ.Κ.Τ. η οποία περιόδευσε στα Ζαγοροχώρια της Ηπείρου και αποτύπωσε πέτρινα και ξύλινα ανάγλυφα και αρχιτεκτονικά στοιχεία της λαϊκής και παραδοσιακής τέχνης. 1974: Συµµετείχε µε συναδέλφους του στη δημιουργία του Κέντρου Εικαστικών Τεχνών (Κ.Ε.Τ.). 1981 -82: Μετεκπαιδεύτηκε στο Παρίσι παρακολουθώντας μαθήματα που αφορούσαν τα νεότερα υλικά γλυπτικής στα εργαστήρια των S. Mouille, G. Vineent και Μ. Rafestin στην Ecole Nationale Superieur des Art Appliques et des Metiers d’ Άrt 1987: Εκλέχθηκε αναπληρωτής καθηγητής στην Α.Σ.Κ.Τ. της Αθήνας. 1991: Εκλέχθηκε τακτικός καθηγητής στην ίδια σχολή. 1994: Συμμετείχε στο Α' Συνέδριο για το πρόγραµµα «Αιγαίο» στην Πολιόχνη της Λήμνου και φιλοτέχνησε ένα γλυπτό, το οποίο σε εξήντα αντίγραφα δωρήθηκε στις ισάριθμες προσωπικότητες από όλο τον κόσμο, που έλαβαν μέρος. 1997: Με εκπαιδευτική άδεια (Sabbatical) επισκέφτηκε για 6 μήνες την Αμερική, κυρίως τη Ν. Υόρκη. Τα τελευταία 17 χρόνια, ως Διευθυντής του Α’ Εργαστηρίου Γλυπτικής, ο Θ. Παπαγιάννης πρωταγωνιστεί στη διοργάνωση Συμποσίων Γλυπτικής σε πολλές πόλεις της Ελλάδος και της Κύπρου δημιουργώντας μεγάλα γλυπτά για το δημόσιο χώρο. Επίσης, στα πλαίσια των ανταλλαγών προγραμμάτων Erasmus συνεργάζεται με πολλές Σχολές Καλών Τεχνών της Ευρώπης και ειδικά τη Σχολή του Βερολίνου και της Brera, με τους καθηγητές David Evison και Paolo Galerani, δημιουργώντας workshops με ομάδες σπουδαστών. Γλυπτά του κοσμούν πολλούς δημόσιους χώρους στην Ελλάδα και το εξωτερικό, καθώς επίσης περιλαμβάνονται σε δημόσιες και ιδιωτικές συλλογές μουσείων και πινακοθηκών, όπως η Εθνική Πινακοθήκη, το Μουσείο Βορρέ, η Πινακοθήκη Πιερίδη, το Μουσείο Θεσσαλονίκης, η Πινακοθήκη Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τράπεζας, η Δημοτική Πινακοθήκη Ρόδου, η Δημοτική Πινακοθήκη Πάτρας, η Πινακοθήκη Φλώρινας, η Πινακοθήκη Αβέρωφ στο Μέτσοβο, η Πινακοθήκη Κουβουτσάκη στην Κηφισιά, η Εθνική Γλυπτοθήκη, το Προεδρικό Μέγαρο. Έχει τιμηθεί µε πολλά βραβεία και διακρίσεις, ανάμεσα στα οποία είναι το Α' Βραβείο στο διαγωνισμό για το Μνημείο Εθνικής Αντίστασης, Βόλος (1985), το Α' Βραβείο στο διαγωνισμό για το Μνημείο της Εξέγερσης του Πολυτεχνείου, Γιάννενα (1985) και το Α' Βραβείο στο διαγωνισμό για το Μνημείο Εθνικής Αντίστασης.
Γιάννης Τσούτσιας
Κατά τη γνώμη μου, ίσως η πιο σημαντική εκδήλωση που έχει διοργανώσει η "Δράση".