Δημοτικό Συμβούλιο
του Χρήστου Ι. Βατούσιου
Παραδόξως, η ημέρα που αποχαιρετούσαμε την μητέρα αποδείχθηκε απρόσμενα τραγική, αν και όλα έδειχναν να έχουν πάρει το δρόμο τους από καιρό. Η μουντή φορτισμένη ατμόσφαιρα στο τέλος του καλοκαιριού, επιφύλασσε εκπλήξεις, παρά τις υποσχέσεις του υπέρλαμπρου πρωινού. Οι πρώτες ψιχάλες δεν φάνηκε να ενοχλούν κανέναν, τουναντίον κάλυπταν διακριτικά με τέχνη τα όποια μάγουλα είχαν ήδη αφεθεί στην τελετή. Καθισμένος απόμακρα, με τα μάτια καρφωμένα στο χώμα που ανακουφιζόταν, ρουφώντας ζωή για να την ξαναγεννήσει, επαναλάμβανα εμμονικά από μέσα μου την δική μου εκδοχή πίστης: Το ταξίδι έφτασε στο τέλος του και δεν χύθηκε ούτε σταγόνα... Το ταξίδι έφτασε στο τέλος και δεν χύθηκε σταγόνα... Όταν μια δεύτερη εσωτερική φωνή ήρθε να με συνταράξει. - Την μάνα σου δεν θα την στεναχωρήσεις ποτέ! Άκουσες; Ποτέ! Τινάχτηκα πάνω δαιμονισμένος και άρχισα να ουρλιάζω. Πως τολμάτε! Τι προσβολή! Τι ξέρετε εσείς για μένα; Την μητέρα μου; Θα σας παρακαλούσα να προσέχετε τα λόγια σας. Ομοίως και την δουλειά σας. Ο κόσμος με κοίταζε άλαλος. Κάποιοι κουνούσαν το κεφάλι τους με κατανόηση. Ένας κόμπος ντροπής και λύπης έσφιξε τον λαιμό μου. Έφυγα σκυφτός, παραπατώντας, μεθυσμένος από ένα ποτό, που ακόμα κι οι δυνατότεροι πότες το νοθεύουν. ΧΡΗΣΤΟΣ Ι. ΒΑΤΟΥΣΙΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ: Marianne Stokes (1855-1927), Ο αποχωρισμός. 1888.
ΣΧΟΛΙΑ