Συμβαίνουν στην πόλη μας
του Χρήστου Ι. Βατούσιου
Θυμάμαι... Κύλησα από τα μάτια του στα μέσα εκείνου του μακρινού, περασμένου Αυγούστου, τότε που όλα έδειχναν πως δεν υπήρχε πια καμιά άλλη διαφυγή. Κύλησα χαράζοντας στα μάγουλα του, τον καινούργιο καθοριστικό μας δρόμο, αυτόν που θα μας οδηγούσε μακριά, πέρα προς την μεγάλη θάλασσα. Τώρα θα μου πείτε τι τα θες, περασμένα ξεχασμένα τι κάθομαι και τα σκαλίζω... Αλλά έτσι είναι ο άνθρωπος. Άμα τύχει και γεράσει του αρέσει να ανακατεύει το χώμα... Να ' ναι ελαφρύ. Το ταξίδι μου φάνηκε πως κράτησε χρόνια μέχρι να φτάσω στο στόμα που αναμασούσε θρυμματίζοντας τις λέξεις, μην τύχει και ξεφύγει καμιά και βρούμε τον διάολο μας. Ποιές λέξεις..., πόσες ήξερε; Υπάρχουν όμως και οι κοινές σαν πόρνες που γράφονται στα μάτια. Όπως βοήθεια, πεινάω, πονάω, Μάνα κτλ. Αυτές στην αρχή, αυτές και στο τέλος. Ίσως οι μόνες που έχουν κάποια βαθύτερη - άμεση αξία. Αφού δρόσισα τα χείλη, γλίστρησα αργά από το πλάι του λαιμού, αναζητώντας το στήθος, την καρδιά του κόσμου. Πόσος δρόμος... Εκεί, δυσκολεύτηκα πολύ, ειλικρινά πάρα πολύ για να μπω. Είχε τόσο σκληρύνει από το κακοτράχαλο της διαδρομής που έμοιαζε με ματωμένη πέτρα. Λυπήθηκα, λυπήθηκα πολύ που έπρεπε να την χτυπήσω να ραγίσει για να φτάσω στον προορισμό μου. Στο τελευταίο χτύπημα έσπασε σε χιλιάδες κομμάτια, γεμίζοντας τον κόσμο ματωμένα πετράδια, χαρά σε λαιμούς γυναικών, παιχνίδι στα χέρια των παιδιών, θεμέλια του κόσμου για τα καινούργια μας σπίτια. ΧΡΗΣΤΟΣ Ι. ΒΑΤΟΥΣΙΟΣ ΠΙΝΑΚΑΣ: Jean François Millet, Αγρότης με την αξίνα.
Κώστας Κωνσταντάτος
...θεμέλια του κόσμου για τα καινούρια μας όνειρα.