Σχόλια
Εξαώροφα: Νέα δεδομένα απαιτούν επανεκτίμηση της κατάστασης
17/4/2024

Η "ΝΕΑ" δημοτική αρχή να προασπίσει το δημόσιο συμφέρον με περισσότερο ζήλο και μαχητικότητα από εκείνη του ιδιώτη, προς όφελος των συντριπτικά περισσότερων ψηφοφόρων που την ψήφισαν!

Μπάμπης Δαμουλιάνος Ευαγγελάτος
Όχι και εξαώροφα στα Βριλήσσια!
4/4/2024

Εύστοχο σχόλιο!

admin
Όχι και εξαώροφα στα Βριλήσσια!
1/4/2024

Είναι όντως μεγάλο το πρόβλημα. Θα έχετε παρατηρήσεις ότι πέρα από το θέμα του ύψους, στις καινούργιες πολυκατοικίες δεν υπάρχει σχεδόν καθόλου κήπος ή πράσινος περίβολος, ενώ για την εποχή μας αυτό θ

Χαρά Ροβίθη
Γεράσιμος Κακλαμάνης (1940 – 2003): Διαφωτιστικές αχτίδες φωτός στο προπαγανδιστικό σκότος
3/3/2024

Εξαιρετικό...

Εύα Χατζάκη
Αναφορά στο έργο του Γεράσιμου Κακλαμάνη (1940 – 2003)
2/1/2024

Σίγουρα έχουμε υποχρέωση να προωθούμε κείμενα ικανά να αφυπνίζουν τίς συνειδήσεις ατόμων μίας κοινωνίας, η οποία ζεί μέσα στό ψέμμα. Εάν μπορώ να βοηθήσω σε μία τέτοια προσπάθεια, θα το κάνω μετά χαρ

Ζέρβας Δημήτρης

Ήταν Δούκισσα "της Πλακεντίας" η Δούκισσα της Πλακεντίας; Το τελευταίο μέρος!

Μέρος 5ο: ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΝΑΠΟΛΕΟΝΤΑ - ΣΟΦΙ ΜΑΡΜΠΟΥΑ. Ιστορικό Ανάγνωσµα. Του Σταύρου Λάβδα.

Ο Μαρµπουά υπουργός Στις αρχές του 1800 ο Μαρµπουά επιστρέφει στο Παρίσι. Λίγες µέρες αργότερα ο Λεµπρέν, που θέλει να τοποθετήσει τον φίλο του σε µια υψηλόβαθµη θέση του κρατικού µηχανισµού, τον γνωρίζει στο Ναπολέοντα. (Τι κι αν ήσουν 3ος Ύπατος, χωρίς την έγκριση του Ναπολέοντα δεν γινόταν τίποτα). Ο Ναπολέων τον εγκρίνει και ο Φρανσουά, αφού περνάει από δυο-τρεις θέσεις του µηχανισµού καταλήγει να γίνει, στις αρχές του 1801, διευθυντής του Γαλλικού Θησαυροφυλακίου. Τα πηγαίνει πολύ καλά, οι αναφορές του στον Ναπολέοντα είναι ακριβείς και λεπτοµερείς και αρέσουν στον 1ο ύπατο, µε αποτέλεσµα να βάλει υποψηφιότητα για τη θέση του Υπουργού Οικονοµικών, έχοντας και την υποστήριξη του Λεµπρέν που, θεωρητικά τουλάχιστον, ήταν ο υπεύθυνος για την Οικονοµία. Οµως πριν τον διορίσει υπουργό, ο Βοναπάρτης, που δεν άφηνε στην τύχη τίποτα, είπε να τον συζητήσει για να δει τις γενικότερες απόψεις του. Καλεί λοιπόν ο Βοναπάρτης το Μαρµπουά, του µιλάει ο Φρανσουά για περιορισµό δαπανών, ο Ναπολέων τον ρωτάει πως θα γίνει, του λέει ο Φρανσουά ότι πολλά λεφτά πάνε πεταµένα, του εξηγεί, ο Ναπολέων συµφωνεί. Του µιλάει και για την µεταφορά των κεφαλαίων, ο Ναπολέων ενθουσιάζεται. Πιάνουν τα έσοδα, λέει ο Φρανσουά τα δικά του για ισοσκελισµένους λογαριασµούς, ο Ναπολέων αναρωτιέται: «άκουσα καλά;» και για να βεβαιωθεί, ζητάει λεπτοµέρειες. Κάτι αρχίζει ο Φρανσουά «να αυξήσουµε τους φόρους για να...». «ωχ, την κάτσαµε τη βάρκα», σκέφτεται ο Ναπολέων. Ο Βοναπάρτης ήταν πολύ µπροστά οικονοµικά, δεν ήταν Φρανσουά. Ήξερε µια χαρά ότι τα σοβαρά κράτη δουλεύουν µε έλλειµµα. Κι αν χρειαστεί ποτέ να το καλύψουν, υπάρχουν άλλοι τρόποι και όχι η αύξηση των φόρων. Όμως αυτά τα περί περιορισµού δαπανών και ιδιαίτερα τα περί µεταφοράς κεφάλαιων πολύ του άρεσαν. Λέει µέσα του λοιπόν: «τι να κάνω τώρα µε αυτόν;» και επειδή ήταν γρήγορος στις αποφάσεις, κόβει επιτόπου το υπουργείο στα δύο και κάνει το Φρανσουά υπουργό Δαπανών (και µεταφοράς κεφαλαίων) και βρίσκει και έναν κανονικό άνθρωπο, που δεν ήθελε να ισοσκελίσει τίποτα και τον κάνει υπουργό Εσόδων. Για την ιστορία, το 1802 ήταν το πρώτο έτος που η Γαλλία είχε ισοσκελισµένο προϋπολογισµό. Έκανε ο Ναπολέων καναδυό πολέµους, κατέκτησε κάποια εδάφη και έβαλε τους χαµένους να πληρώνουν, όχι τους Γάλλους. Έτσι κάνουν τα σοβαρά κράτη. Και παλιά και τώρα. Μόνο που τώρα οι πόλεµοι είναι οικονοµικοί. Όσο για τη µεταφορά κεφαλαίων, αυτό είναι κάτι πολύ διαφορετικό από ότι φαντάζεται κανείς. Εκείνη την εποχή η Γαλλία ήταν µπλεγµένη σε ένα σωρό πολέµους. Πολεµούσε στην Ιταλία, στη Σικελία, µε τους Γερµανούς, τους Αυστριακούς, όλους. Και πήγαινε πολύ καλά. Ο Γαλλικός στρατός ήταν µέσα σε αυτές τις χώρες. Όμως ο στρατός ήταν επαγγελµατικός. Και έπρεπε να πληρωθεί. Και σε συγκεκριµένη ηµεροµηνία. Και αν δεν πληρωνόταν, δεν πολεµούσε. Έκανε απεργία. Και τι να κάνει ο Ναπολέων τότε; να τους στείλει τα ΜΑΤ; Ο µεγαλύτερος φόβος του Ναπολέοντα ήταν µη του κηρύξει καµιά τετράωρη στάση εργασίας το ΠΑΜΕ στρατιωτών µέσα σε κάποια µάχη και χάσει τα αυγά και τα καλάθια. Όμως η πληρωµή ήταν δύσκολη ακόµα και σε κοντινά µέρη. Ήταν ο στρατός του Ναπολέοντα ας πούµε µέσα στην Αυστρία. Ξεκινούσε η χρηµαταποστολή της Κsecurity για το χωριό Τάδε της Αυστρίας. Αφού περνούσε όλη τη γαλλική ύπαιθρο και µε την προϋπόθεση ότι στο δρόµο δεν την είχε κλέψει κανένας Γάλλος Μπίλλυ δε Κιντ, έφτανε τελικά στο Tάδε, ο στρατός είχε φύγει για τo Δείνα. Που είναι το Δείνα; τους δείχνανε, ούτε gps είχαν, τίποτα. Πηγαίνανε, πηγαίνανε, τελικά το βρίσκανε. Στο Δείνα είχε αρχίσει µάχη, άντε να βρεις τη διοίκηση να δώσεις τα λεφτά. Χάος. Άσε που η Κsecurity χρέωνε πολλά και είχε και δίκιο. Ο Μαρµπουά το έλυσε το πρόβληµα ως εξής: Παίρνει µια µέρα τηλέφωνο τον φίλο του τον χερ Οττο, τραπεζίτη στη Βιέννη, του λέει: «Οττο έχω ένα πρόβληµα » και του εξηγεί. Ο Οττο, δικαιολογηµένα, ρωτάει: « και εµένα τι µε θέλεις;». «ρε Οττο, αντί να τους πληρώνω εγώ δεν τους πληρώνεις καλύτερα εσύ;». Άκουσε για λεφτά ο Οττο, πολύ χάρηκε. Ρωτάει: «και πως θα γίνει αυτό;» Του λέει ο Μαρµπουά: «Ο στρατός µας είναι µέσα στην Αυστρία, εσύ είσαι κοντά, θα τους βρίσκεις πιο εύκολα». Το σκέφτεται ο Οττο, σου λέει «βέβαια, εγώ δεν θα τους χάνω, αφού θα ξέρουν οι δικοί µου που είναι ο εχθρός». Κανονίζουν και τόκους, επιτόκια και γίνεται το ντηλ. Κάνουν µια δοκιµή, φεύγει η χρηµαταποστολή από τη Βιέννη, σε λίγες ώρες φτάνει στις Αυστριακές γραµµές, τους σταµατάνε: «που πάτε;». «Πάµε να πληρώσουµε τους Γάλλους». Τους ανοίγουν δρόµο, περνάνε. Συναδελφική Αλληλεγγύη. Μετά τη δοκιµή γενικεύεται το σύστηµα. Τους Γάλλους στρατιώτες πλήρωναν οι Αυστριακοί τραπεζίτες για να µην κάνουν απεργία και δεν πολεµήσουν τους Αυστριακούς. Και η µεταφορά κεφαλαίων προέκυπτε όταν οι Γάλλοι ξοφλούσαν µέσω του τραπεζικού συστήµατος τον ξένο τραπεζίτη. Το σύστηµα πάντως δούλεψε για λίγα µόνο χρόνια. Μετά ο στρατός του Ναπολέοντα προσέλαβε πολλούς ξένους, αυτοί δεν είχαν συνδικαλιστική συνείδηση και δεν έκαναν απεργίες, µε αποτέλεσµα οι πληρωµές -που έπρεπε κανονικά να γίνονται δυο φορές το µήνα- να καθυστερούν µέχρι και ένα εξάµηνο. Ο Γάµος της Σοφί Λίγο καιρό µετά την άνοδο του Ναπολέοντα στην εξουσία, οι Κελλερµάν εγκαταστάθηκαν µόνιµα στο Παρίσι. Ο Ναπολέων -που θεωρούσε τον Κελλερµάν σπουδαίο στρατιώτη, όχι όµως στρατηγικό µυαλό, αν και συγχρόνως έλεγε ότι ο ίδιος ποτέ δεν θα τολµούσε να υπερασπιστεί µια τόσο κακή θέση σαν του Κελλερµάν στο Βαλµύ -τίµησε ιδιαίτερα τον παλαίµαχο στρατηγό, δίνοντας του µια θέση γερουσιαστή. Στη συνέχεια, ο Κελλερµάν έγινε και πρόεδρος της Γερουσίας. Στο Παρίσι εγκαταστάθηκε και η µικρή αδερφή του Φρανσουά, χήρα πια, για να τον βοηθάει τώρα που η Αµερικάνα ήταν πλέον ανήµπορη για κάτι τέτοιο. Με τον Κελλερµάν πρόεδρο της Γερουσίας και τον Φρανσουά υπουργό οικονοµικών η οικογένεια ήταν στα πάνω της και όπως ήταν συνδεδεµένοι µεταξύ τους άρχισαν να σκέπτονται πως θα προχωρήσουν στο νέο δρόµο που τους άνοιξε ο Βοναπάρτης. Έτσι τα οικογενειακά συµβούλια έδιναν και έπαιρναν. Αρχικά ασχολήθηκαν µε τα παιδιά των Κελλερµάν. Γρήγορα το θέµα της κόρης είχε ευτυχή κατάληξη -ένα καλό γάµο, όµως η περίπτωση του γιου ήταν διαφορετική. Στρατιωτικός και αυτός είχε βγει λίγο άτακτος (τι λίγο, πολύ άτακτος, γλέντια, ξενύχτια, χαρτιά, γυναίκες, λεφτά) και τελευταία είχε κλέψει µια πιτσιρίκα Ιταλίδα, κόρη ενός κόµη (µαζί µε τα λεφτά της) και είχε προκαλέσει µέγα σκάνδαλο. Τέλος πάντων, αντιµετωπίστηκε κουτσά- στραβά και αυτό και πήρε σειρά το θέµα της Σοφί. Πριν συνεχίσουµε πρέπει να πούµε για τον µικρό Κελλερµάν ότι µπορεί να ήταν άτακτος, αλλά ήταν στρατιωτική ιδιοφυΐα. Κέρδισε µάχες και µάχες σαν αξιωµατικός του Ιππικού, έδωσε πολλές νίκες στο Βοναπάρτη και πάντα µε ανορθόδοξες τακτικές. Ηταν ο Ροναλντίνιο του Ιππικού και πολλοί σύγχρονοι του έλεγαν πως ήταν ο καλύτερος στρατηγός του πέρασε ποτέ από το Σώµα. Η Σοφί λοιπόν είχε φτάσει τα 17 και όπως όλα τα κορίτσια της τάξης της καθόταν σπίτι και περίµενε το γαµπρό. Είχε εξελιχθεί σε µια ενδιαφέρουσα κοπέλα, µε άποψη, µε γνώση και προοδευτικές ιδέες, σε θέµατα όπως τα ανθρώπινα δικαιώµατα ή η κατάργηση της δουλείας, που ήταν ζητήµατα που καθόλου δεν απασχολούσαν τους κύκλους της και µόνο και µόνο η αναφορά σε αυτά εντυπωσίαζε. Ετσι γενικά η άποψη του περίγυρου της για αυτήν ήταν πολύ θετική. Βέβαια την θεωρούσαν λίγο φευγάτη, αλλά µικρή ήταν, θα έφτιαχνε. Δεν έφτιαξε. Το οικογενειακό συµβούλιο είχε από αρχής καταλήξει, άλλα το περί ου ο λόγος πρόσωπο ήταν ακριβός γαµπρός και ο Μαρµπουά ήταν τίµιος και αυτά τα δυο δεν ταίριαζαν. Εξέτασαν και άλλες λύσεις, αλλά τελικά ξαναγύρισαν στην αρχική και έπεισαν το Μαρµπουά να µιλήσει στο Λεµπρέν, αφού ήταν και φίλοι. Ο πρωτότοκος γιος του Λεµπρέν δεν ήταν στην πραγµατικότητα και κανένα κελεπούρι, αλλά τότε τα πράγµατα τα µετρούσαν αλλιώς. Ο µικρός Λεµπρέν λοιπόν ήταν 27 χρονών. Στα πρώτα 25 χρόνια της ζωής του δεν είχε κάνει τίποτα (τώρα ακριβώς τίποτα δεν ξέρουµε, µπορεί να έπαιζε κανένα µπιλιάρδο, κανένα ποδοσφαιράκι, ίσως ηλεκτρονικά). Οµως στα 25 του ο πατέρας του, που είχε γίνει 3ος ύπατος, τον έβαλε µε το ζόρι στο στρατό. Στα 25 στο στρατό τότε, ήταν σαν να πάει κάποιος στα 40 σήµερα. Αυτοί πήγαιναν από τα 15. Ο µικρός Λεµπρέν πήγε στο στρατό και του άρεσε. Πολύ του άρεσε. Βρήκε την κλίση του. και άρχισε να παίρνει τις προαγωγές δυο-δυο. Με την αξία του βέβαια. Ηταν και τυχερός, σε µια µάχη ήταν υπασπιστής ενός πολύ γνωστού στρατηγού που τραυµατίστηκε και έπεσε από το άλογο του νεκρός στην αγκαλιά του νεαρού Λεµπρέν, σε ένα ενσταντανέ που το έπαιξαν όλα τα κανάλια δυο κι τρεις φορές και έτσι έγινε γνωστός σε ολόκληρη τη χώρα. Οταν ήρθε η πρόταση του Μαρµπουά (το πιθανότερο οι δυο φίλοι να το είχαν συζητήσει, αλλά ο Φρανσουά να κώλωνε στα λεφτά) ήταν λοχαγός στη φρουρά του Ναπολέοντα. Ο Λεµπρέν, που δεν ήταν κανένας αγιογδύτης, έκανε ευκολίες πληρωµής στο φίλο του: «προχωράµε και τα βρίσκουµε» και έτσι το θέµα κανονίστηκε. Έλειπε µόνο µια λεπτοµέρεια, η έγκριση του Ναπολέοντα. Γιατί για να παντρέψει ο 3ος ύπατος το γιο του µε την κόρη του υπουργού Οικονοµικών χρειάζονταν η έγκριση του 1ου υπάτου. Οι γάµοι σε αυτούς τους κύκλους ήταν πολιτικές πράξεις και προηγείτο το συµφέρον της χώρας, όπως το έκρινε ο ηγεµόνας. Ο Λεµπρέν και ο Μαρµπουά ήταν από τους λίγους ανθρώπους που µπορούσαν να δουν το Βοναπάρτη όποτε ήθελαν και να του πουν ότι ήθελαν. Όμως, για κάτι τέτοιο τόσο σοβαρό, για να αποφασίσει ο Ναπολέων χρειάζονταν την εισήγηση της αρµόδιας τριµελούς επιτροπής γάµων και οι δυο φίλοι έπρεπε να πάνε µε τους κανόνες. Έτσι κάνουν αίτηση µε χαρτόσηµο των 10 φράγκων και την καταθέτουν στην επιτροπή. Η αρµόδια τριµελής επιτροπή -που όπως µας έχει διδάξει ο Βαµβακούλας, που ήθελε η δική του να αποτελείται από πεντέξι άτοµα, µπορεί να έχει οσαδήποτε µέλη- στην περίπτωση αυτή αποτελείτο από ένα µόνο άτοµο, την αδερφή του Ναπολέοντα Καρολίνα, επίσηµη προξενήτρα της υπατείας, αναπληρώτρια καθηγήτρια στην έδρα της Ιωσηφίνας στη Σορβόννη, την οποία εποφθαλµιούσε και -τα τελευταία χρόνια - υπεύθυνη των γνωστών εργαστηρίων. Εξετάζει η επιτροπή το θέµα και έχει αντιρρήσεις, διότι η εύρυθµη λειτουργία της βασίζονταν στην αρχή της πρόληψης και στο ρητό «φροντίζουµε πριν από σας για σας» και έτσι η Σοφί προορίζονταν για σύζυγος ενός ανύπαντρου στρατηγού (ονόµατα δε λέµε). Βέβαια δεν ήταν εύκολο να γίνει αρνητική εισήγηση, για προφανείς λόγους και το θέµα καθυστερούσε. Τελικά το έλυσε η ίδια η ζωή. Ξανάναψε ο πόλεµος στη Σικελία, ο στρατηγός έφυγε για εκεί, θα αργούσε να γυρίσει, η επιτροπή δεν ήθελε οι φάκελοι να µένουν ανοιχτοί και έδωσε τη θετική εισήγηση της. Η έγκριση του Ναπολέοντα ήρθε αµέσως και ο γάµος κανονίστηκε για τις 29 Νοεµβρίου του 1803. Η τελετή της στέψης έγινε µε µεγαλοπρέπεια, όµως είχε προηγηθεί η ακόµα σηµαντικότερη υπογραφή των προγαµιαίων συµβολαίων. Αυτή έγινε σε κλειστό κύκλο, ενώπιον του συµβολαιογράφου Παρισίων... (όνοµα δεν ξέρουµε). Παραβρέθηκαν ο Λεµπρέν (µόνος του, η γυναίκα του είχε πεθάνει), ο Φρανσουά, οι Κελλερµάν, ο πατέρας του γαµπρού των Κελλερµάν (Ο νέος συµπέθερος. Συµπεθέροι και κουµπάροι ένα χρόνο έχουν τη χάρη), και οι επίσηµοι καλεσµένοι, η Ιωσηφίνα µε την κόρη της (Γιαυτό είχαν φωνάξει το συµπέθερο οι Κελλερµάν). Και ω του θαύµατος, η Ιωσηφίνα είχε καταφέρει να κουβαλήσει µαζί της και το Ναπολέοντα (τον ζάλισε τον άνθρωπο: «έλα», «πρέπει να πάµε», «δεν είναι σωστό», «υπουργοί σου είναι», τι να κάνει κι αυτός από το να ακούει τη γρίνια... Και είχε και το βράδυ στη τηλεόραση την οµάδα του τη “ Μπαστιά”). Όλη αυτή η ιστορία κόστισε στον Φρανσουά 200000 φράγκα -100 χιλιάρικα µετρητά και τέσσερις ετήσιες δόσεις των 25. Αν βάλουµε και τα έξοδα του γάµου ξεπουπουλιάστηκε, όµως αρχικά είχε φοβηθεί για πολύ περισσότερα. Ο φίλος του του φέρθηκε πολύ εντάξει, όµως αυτός φοβόταν ότι δεν θα µπορέσει να αντεπεξέλθει στις δόσεις. Το 1804 η Σοφί γέννησε το πρώτο και µοναδικό της παιδί. Ενα κορίτσι που βαφτίστηκε Καρολίνα-Ελίζα προς τιµή των δυο αδερφών του Ναπολέοντα. Η Καρολίνα (της επιτροπής γάµων) και η Ελίζα πολύ χάρηκαν, θα χαιρόντουσαν όµως λιγότερο αν ήξεραν ότι το Καρολίνα δεν θα χρησιµοποιείτο ποτέ και ότι τη µητέρα της Σοφί την έλεγαν Ελίζαµπεθ. Η Πώληση της Λουιζιάνας Η Λουιζιάνα είναι σήµερα µια από τις νότιες πολιτείες των ΗΠΑ. Έχει έκταση όση περίπου η χώρα µας και σηµαντικότερη πόλη τη Νέα Ορλεάνη. Την εποχή εκείνη όµως µε το όνοµα αυτό ήταν γνωστή µια µεγάλη περιοχή (15 φορές σαν την Ελλάδα ), που περιλάµβανε, εκτός από τη σηµερινή Λουιζιάνα, σχεδόν το σύνολο του κεντρικού τµήµατος των σηµερινών ΗΠΑ και ήταν Γαλλική αποικία. Είχε παραχωρηθεί στη Γαλλία από την Ισπανία µε µυστικό σύµφωνο. Όταν λέµε µυστικό, εννοούµε από τους λαούς φυσικά, αφού όλες οι κυβερνήσεις το ήξεραν. Οι Αµερικανοί ήθελαν να εντάξουν τη Λουιζιάνα στις ΗΠΑ, ακόµα και µε πόλεµο. Αυτό που τους σταµατούσε ήταν η καλή σχέση τους µε τη Γαλλία και φυσικά ο φόβος της αντίδρασης του Ναπολέοντα, γιατί αν ο Ναπολέων το έπαιρνε σοβαρά, τα πράγµατα θα ήταν σκουριάρικα. Οι Γάλλοι πάλι δεν τρελαίνονταν για τη Λουιζιάνα, αλλά δεν µπορούσαν να το αφήσουν κι έτσι. Ο Βοναπάρτης σκεπτόταν να την πουλήσει, όµως φοβόταν να αναθέσει τις διαπραγµατεύσεις στον υπουργό των εξωτερικών του, τον Ταλευράνδο, πού ήταν ικανότατος, όµως για να σου πει καληµέρα ζητούσε προµήθεια Ετσι λοιπόν κάλεσε το Μαρµπουά, που ήξερε από αποικίες, να του πει τη τη γνώµη του. Ο Φρανσουά του είπε: «βάρος είναι παρά κέρδος», ο Ναπολέων συµφώνησε και ανέθεσε στο Μαρµπουά να πουλήσει τη Λουιζιάνα στους Αµερικανούς, βάζοντας κάτω όριο στην τιµή πώλησης τα 50 εκατοµµύρια φράγκα. Ο Μαρµπουά κατάφερε µια πολύ καλύτερη συµφωνία (60 εκατ) και ο Ναπολέων, που χάρηκε πολύ, του έδωσε για δώρο 192000 φράγκα. Ο Μαρµπουά επένδυσε µέρος των χρηµάτων στην αγορά µιας µεγάλης έπαυλης (ένα παλατάκι) µε ένα µεγάλο κτήµα γύρω της -τo µισό στο όνοµα της Σοφί- στη Νορµανδία και µε τα υπόλοιπα αποπλήρωσε την προίκα της. Όμως εκτός από τα χρήµατα πήρε και τιµές. Οι Αµερικανοί τον έκαναν γραµµατόσηµο, µαζί µε τους δυο δικούς τους διαπραγµατευτές. Όσο για την εκτέλεση της συµφωνίας, οι Αµερικανοί, που δεν είχαν φυσικά τα λεφτά, δανείστηκαν κάποια ποσά από την τράπεζα Barings του Λονδίνου ενώ οι Γάλλοι, που είχαν υπολογίσει όλο το ποσό στα έσοδα, αναγκάστηκαν να δανειστούν και αυτοί από την Barings. Τελικά το συµφωνηµένο ποσό δεν αποπληρώθηκε ποτέ και οι δυο χώρες θα πλήρωναν ακόµα τόκους στη Barings, αν ένας χρηµατιστής στη Σιγκαπούρη, που κερδοσκοπούσε µε ξένα λεφτά-πιθανότατα σε γνώση της διοίκησης -τη δεκαετία του 1990 δεν την έριχνε έξω. Η Barings πουλήθηκε σε Ολλανδούς για µια λίρα. Το χρηµατιστηριακό σκάνδαλο Το 1804 συνεδριάζει αρµόδια τριµελής επιτροπή αποτελούµενη από ένα άτοµο, το Ναπολέοντα και δέχεται την εισήγηση του Βοναπάρτη η χώρα να µετατραπεί σε αυτοκρατορία µε αυτοκράτορα το Ναπολέοντα Βοναπάρτη. Ο Ναπολέων Βοναπάρτης αποδέχεται την πρόταση της επιτροπής και στέφεται αυτοκράτορας. Ο Καµπασερές ονοµάζεται αρχικαγκελάριος και ο Λεµπρέν αρχιθησαυροφύλακας. Το 1805 και ενώ ο Ναπολέων λείπει από το Παρίσι ξεσπάει µεγάλο χρηµατιστηριακό σκάνδαλο. Η Ισπανία έχει την αποκλειστική εισαγωγή ασηµένιων νοµισµάτων από το Μεξικό, τα οποία εξάγει στις άλλες χώρες της Ευρώπης που τα χρησιµοποιούν για κάλυψη των χαρτονοµισµάτων τους. Η Αγγλία επιβάλλει ναυτικό αποκλεισµό και οι εισαγωγές νοµισµάτων από το Μεξικό σταµατούν. Η Ισπανία µένει από ρευστό, αφού δεν έχει ασήµι να πουλήσει. Ένας Γάλλος µεγαλοτραπεζίτης της εποχής δανείζει τεράστια ποσά στην Ισπανία που φυσικά δεν είναι µόνο δικά του. Μεγάλο µέρος τους το έχει δανειστεί από άλλους Γάλλους τραπεζίτες. Η επιχείρηση αναµένεται να φέρει τεράστια κέρδη, όµως ο αποκλεισµός συνεχίζεται και οι Ισπανοί δεν µπορούν να πληρώσουν. Στη Γαλλία δηµιουργείται κρίση ρευστότητας, υπάρχουν χρεοκοπίες, οι µικροµέτοχοι βγαίνουν στους δρόµους και γίνονται ταραχές. Το θησαυροφυλάκιο δίνει κάποια ποσά από τα κρατικά ταµεία για να βοηθήσει την ρευστότητα των τραπεζών. Τα ποσά που δίνονται είναι πολύ µεγαλύτερα από τα εγκεκριµένα, αλλά ο Μαρµπουά δεν το ξέρει. Τα χρήµατα αυτά χάνονται, ο κόσµος ζητάει τη µετατροπή των χαρτονοµισµάτων του σε ασήµι και µέσα στο γενικό χαµό γίνονται και άλλες χρεοκοπίες. Ο Μαρµπουά φοβάται ότι η κατάσταση θα ξεφύγει και ζητά από τον αυτοκράτορα να γυρίσει στο Παρίσι. Ο Ναπολέων, που ετοιµάζεται για τη µάχη του Αουστερλιτς, γίνεται έξαλλος αλλά επιστρέφει. Την εποµένη της επιστροφής του Ναπολέοντα ο Μαρµπουά πάει να τον συναντήσει. Ο Φρανσουά αρχίζει να του περιγράφει την κατάσταση, ο Ναπολέων τον διακόπτει γιατί ήξερε ήδη τι έχει συµβεί και καλεί να µπουν στην αίθουσα οι τραπεζίτες που τους είχε ήδη µαζέψει. Μπαίνουν κλαµένοι και µε τα κεφάλια χαµηλά -πλην του µεγαλοτραπεζίτη. Ο Φρανσουά καταλαβαίνει. Έχει χάσει τη θέση του, προσπαθεί να διασώσει την τιµή του. «Μεγαλειότατε, δεν είµαι απατεώνας». Ο Ναπολέων απαντά: «Θα το προτιµούσα χίλιες φορές να ήσουν. Η απληστία µπορεί να έχει όρια, η ανοησία κανένα». Ο Ναπολέων ήξερε. Τη δουλειά την είχε κάνει ο βοηθός του Μαρµπουά, που είχε µπει κι αυτός στο κόλπο του µεγαλοτραπεζίτη, µε ένα εκατοµµύριο φράγκα και προσδοκούσε µεγάλα κέρδη. Η Σοφί στο Παρίσι Μετά την απόλυση του ο Μαρµπουά παίρνει τη κόρη του και την εγγονή του (ο γιος Λεµπρέν είναι στο µέτωπο) και εγκαθίστανται στο παλατάκι της Νορµανδίας. Εκεί η κατάσταση είναι τραγική. Ο Φρανσουά πέφτει σε κατάθλιψη, κλείνεται στο δωµάτιο του και κατεβαίνει µόνο για το δείπνο. Μετά το δείπνο επιστρέφει στο δωµάτιο του χωρίς στο µεσοδιάστηµα να έχει αρθρώσει λέξη. Την Αµερικάνα, που έχει φύγει εντελώς, την έχουν κλεισµένη σε ένα δωµάτιο και της πάνε κάθε πρωί κόλλες χαρτί. Περνάει την ηµέρα της σκίζοντας τις κόλλες σε µικρά κοµµάτια. Και µετά τα µικρά σε µικρότερα και µετά όλο και σε πιο µικρά. Κάτι τέτοιο δε λέγεται ζωή και έτσι η Σοφί παίρνει την κόρη της και φεύγει για το Παρίσι. Εκεί εγκαθίσταται στο σπίτι του πεθερού της, µε τον οποίο τα πάει πολύ καλά. Ο Λεµπρέν είναι πολύ ευχάριστος τύπος, άνθρωπος να συζητήσεις, να πεις πράγµατα, η Σοφί παίρνει τα πάνω της και σιγά- σιγά αρχίζει και µπαίνει στην Παρισινή ελίτ. Νύφη του 3ου ύπατου, καλλιεργηµένη, µια χαρά τα πάει. Υπεύθυνη όπως είναι, αναλαµβάνει τις υποθέσεις της και αυτές του άντρα της που είναι συνεχώς απών. Του γράφει γράµµατα του λέει «πότε θα γυρίσεις;» αυτός απαντά «έχω δουλειές στο στρατό». Όλο δουλειές είχε. Παράξενες καταστάσεις. Οι Τιτλούχοι Αφού έγινε αυτοκράτορας, ο Ναπολέων σκέφτηκε ότι για να κρατηθεί µια αυτοκρατορία δεν µπορεί να είναι µόνος του επάνω και όλοι οι άλλοι κάτω, έπρεπε να φτιαχτεί κάτι ενδιάµεσα. Και το ενδιάµεσα θα ήταν µια νέα ελίτ, που θα αντικαθιστούσε κατά κάποιο τρόπο τους παλιούς ευγενείς, θα στήριζε την αυτοκρατορία και θα ήταν πιστή στον ίδιο. Η νέα αυτή ελίτ θα αποτελούνταν κύρια από στρατιωτικούς και ανώτερα στελέχη του µηχανισµού, αλλά και από άλλους, κατά περίπτωση. Σε αυτούς τους ανθρώπους ο Ναπολέων θα έδινε τίτλους που θα τους ξεχώριζαν από τη µάζα. Όμως, πέραν του τίτλου, δεν θα είχαν άλλα προνόµια. Θα φορολογούνταν κανονικά, δεν θα είχαν δικαιώµατα γαιοκτησίας κλπ. Οι τίτλοι δηλαδή θα ήταν τιµητικοί και όχι ευγενείας. Οι νέοι τιτλούχοι τώρα, αφού δεν θα σχετίζονταν µε τη γη, δεν θα είχαν τοπωνύµιο µετά το όνοµα τους (το περίφηµο ντε+ όνοµα), δηλαδή αν ο Γιάννης Παπαδόπουλος γινόταν κόµης, απλά θα λέγονταν κόµης Γιάννης Παπαδόπουλος και όχι Γιάννης Παπαδόπουλος, κόµης των Βριλησσίων πχ. Οι τίτλοι όπως τους έβλεπε ο Βοναπάρτης θα ήταν σαν ένα µόνιµο παράσηµο που θα έφερε ο τιτλούχος µπρος από το όνοµα του. Τα ονόµατα των τίτλων θα τα δανείζονταν από το παλιό καθεστώς και θα ήταν πέντε: πρίγκιπας, δούκας, κόµης, βαρόνος ιππότης. (Μαρκήσιοι και υποκόµητες δεν θα υπήρχαν). Αυτό για δυο λόγους: για να είναι εύκολα αναγνωρίσιµοι, αλλά κυρίως γιατί ήθελε να εντάξει σιγά- σιγά και την παλιά αριστοκρατία στο νέο σύστηµα. Οι παλιοί ευγενείς είχαν χάσει τους τίτλους τους από την αρχή της επανάστασης, αυτό όµως δεν τους εµπόδιζε να τους χρησιµοποιούν ανεπίσηµα. Επίσης πολλοί από αυτούς (σχεδόν όλοι στους ανώτερους τίτλους) είχαν την ελπίδα ότι θα ξαναζήσουν στο µέλλον τα παλιά µεγαλεία. Το σχέδιο λοιπόν του Ναπολέοντα ήταν να τους εντάξει στην αυτοκρατορία, για να υπάρχει ιστορική συνέχεια όπως έλεγε, αλλά και να τους κάνει να δεχθούν το νέο καθεστώς, δηλαδή για να το κάνουµε πιο απλά: «έλα εδώ Δούκα της Βουργουνδίας. Θέλεις να σε λένε δούκα; οκ. Επίσηµα και µε τη βούλα. Όμως θα ξεχάσεις τη γαιοκτησία, τα φέουδα, την φοροαποφυγή και όλα τα άλλα προνόµια που είχες παλιά. Θα είσαι δούκας νέου τύπου όπως οι άλλοι που δεν είναι ευγενείς. Και φυσικά θα δηλώσεις πίστη σε εµένα». Οι τίτλοι φυσικά θα δίνονταν από τον αυτοκράτορα, όµως οι περισσότεροι από αυτούς θα συνδέονταν αυτόµατα µε κάποια δηµόσια θέση δηλαδή, αν γινόταν κάποιος υπουργός, αυτόµατα θα γινόταν και κόµης, δήµαρχος µεγάλης πόλης αυτόµατα βαρόνος κοκ. Ενα τέτοιο σχέδιο βρήκε άλλους υποστηρικτές και άλλους αντίθετους. Για παράδειγµα, ο Καµπασερές ήταν υπέρ, ο Λεµπρέν κατά. Ο Λεµπρέν δεν ήθελε τίτλους και κυρίως τους παλιούς. Για αυτόν η επανάσταση τα είχε καταργήσει αυτά οριστικά. Αναγνώριζε ότι οι νέοι τίτλοι δεν είχαν σχέση µε τους παλιούς τίτλους ευγενείας αλλά αυτό δεν ήταν αρκετό για το Λεµπρέν. Τελικά φυσικά πέρασε του Βοναπάρτη και το σχέδιο µπήκε σε εφαρµογή. Δουκολογία Ξεκινάει ο Βοναπάρτης να κάνει την πρώτη λίστα µε 1000 περίπου άτοµα, οι πολλοί στους χαµηλούς τίτλους, καµιά εκατοστή κόµητες και δούκες καµιά εικοσαριά. Συµπληρώνει τα ονόµατα (τα πιο πολλά του έχουν έρθει έτοιµα), κλείνει τον υπολογιστή και κάθεται σε µια πολυθρόνα να ξεκουραστεί λίγο. Εκεί που καθότανε κάτι δεν του πήγαινε καλά. Οι δούκες. Και είχε δίκιο. Δούκας ήταν πάντα ένας τίτλος ηγεµονικός. Ο δούκας ηγεµόνευε σε µια περιοχή ολόκληρη, ήταν κάτι σα µικρός βασιλιάς. Άρα ο δούκας χρειαζόταν οπωσδήποτε τοπωνύµιο, αλλιώς έχανε όλο το γκλάµουρ, υποβιβαζόταν. Εκεί που τα σκεφτόταν µπαίνει ο Λεµπρέν του τα λέει, διστακτικό τον βρίσκει, για να τον πείσει του λέει: «για σκέψου τη σκηνή. Είσαι σε ένα µπαρ. Μπαίνει ένας πελάτης, τον βλέπει ο µπάρµαν, του λέει “καλησπέρα κύριε δούκα”. “καλησπέρα παιδί µου” απαντάει αυτός. Γυρνάει το κεφάλι ο δούκας, ο πελάτης που κάθεται στη γωνία και είναι στο τρίτο ουίσκι σκύβει στο µπάρµαν και ρωτάει: “Ζαν- Ζακ, τι δούκας είναι αυτός;”, “δεν ξέρω” απαντάει ο άλλος. Άµα ο µπάρµαν πει “δεν ξέρω”, αν δεν έχει κάτι να πει, για παράδειγµα “δούκας της Τοσκάνης”, τζάµπα τον έδωσα τον τίτλο”» Ο Λεµπρέν δεν πείστηκε αλλά δεν πειράζει, ο Ναπολέων πείστηκε. Αποφασίζει λοιπόν ότι οι δούκες και µόνον αυτοί θα συνδέονται µε τοπωνύµια, δηλαδή ενώ το Γιάννη Παπαδόπουλο που γίνεται κόµης τον λέµε κόµη Γιάννη Παπαδόπουλο, αν τον κάνουµε δούκα θα τον λέµε Γιάννη Παπαδόπουλο, δούκα του (της) Τάδε. Το άλλο πρωί ανοίγει τον υπολογιστή για να βάλει τοπωνύµια στους δούκες, ίσα -ίσα για φιγούρα, για διακόσµηση, αφού δεν θα είχαν καµία πραγµατική σχέση µε τα τοπωνύµια αυτά. Φτιάχνει ένα εξέλ, στην πρώτη στήλη βάζει τη λίστα µε τους δούκες-οι περισσότεροι στρατηγοί και µερικά πολιτικά πρόσωπα- την δεύτερη την αφήνει κενή. Ξεκινάει. «Κελλερµάν». Αυτό είναι ευκολάκι, βάζει δίπλα «Βαλµύ». Βρίσκει κι άλλους στρατηγούς που έχουν κερδίσει σηµαντικές µάχες, βάζει τα σχετικά ( τοπωνύµια των µαχών).Του µένουν κάµποσοι που είναι κυρίως πολιτικοί, που να τους βάλει; Δεν θέλει να τους βάλει στη Γαλλία έχει τους λόγους του. Αποφασίζει να τους βάλει στην Ιταλία, στην περιοχή της Βενετίας που έχει κατακτήσει πρόσφατα. Πάει στους χάρτες του google, γράφει Ιταλία, κεντράρει Βενετία, χαζεύει λίγο, βλέπει “Τρεβίζο”, µια πόλη εκεί κοντά. «Τρεβίζο; ωραία ακούγεται». Βρίσκει έναν, τον κάνει δούκα του Τρεβίζο. Συνεχίζει έτσι βολεύοντας δούκες σε πόλεις της περιοχής, µέχρι που µένουν αβόλευτοι µόνο ο Καµπασερές και ο Λεµπρέν. Για αυτούς θέλει κάτι ποιο µουράτο. Θυµάται τότε ότι στο παρελθόν είχε κατακτήσει το µικρό αλλά πλούσιο, πρώην αυτόνοµο, δουκάτο Πάρµας, Πλακεντίας και Περιχώρων, το βρίσκει στο χάρτη, του παίρνει µέτρα. «Αυτό τους βολεύει και τους δυο». Κάνει δούκα της Πάρµας τον Καµπασερές, που είναι και καλοφαγάς και του αρέσουν οι παρµεζάνες και τα προσούτο που βγάζει η Πάρµα και τον πιο δευτεράντζα τίτλο του δούκα της Πλακεντίας τον δίνει στο Λεµπρέν, που έτσι κι αλλιώς δεν του αρέσουν οι τίτλοι και δε θα στεναχωρηθεί. Εκεί που νόµιζε ότι είχε τελειώσει µπαίνει ο Καµπασερές µε δυο φρέντο, σκύβει, κοιτάει: « Στη Ιταλία µας βάλατε µεγαλειότατε;» «γιατί πειράζει;» «Έµενα καθόλου, µια χαρά είναι η Πάρµα αλλά…» «τι αλλά;» «πώς θα βάλουµε δούκες της Γαλλίας στην Ιταλία;». «Εχω το λόγο µου που δε σας βάζω στη Γαλλία, για το καλό σας είναι» λέει ο Ναπολέων και συµπληρώνει: «όσο για το άλλο, αντί για δούκες της Γαλλίας, θα σας βαφτίσουµε δούκες της Γαλλίας και της Αυτοκρατορίας. Καλύπτεσαι;» «Μια χαρά» λέει ο Καµπασερές και εκεί έληξε το θέµα. Έτσι ο Καµπασερές έγινε δούκας της Πάρµας και ο φίλος µας ο Λεµπρέν δούκας της Πλακεντίας. Φυσικά και οι δυο δεν απέκτησαν ποτέ κάποια ιδιαίτερη σχέση µε την Πάρµα και την Πλακεντία -όπως και όλοι οι υπόλοιποι µε τις περιοχές που τους τοποθέτησε ο Ναπολέων. Ο Καµπασερές δεν πέρασε ποτέ από την Πάρµα και πιθανόν ούτε και ο Λεµπρέν από τη Πλακεντία. Ο κόσµος στην περιοχή ούτε καν τους ήξερε. Η περιοχή Πάρµας, Πλακεντίας και περιχώρων διοικείτο από ένα Κυβερνήτη που είχε διορίσει ο Ναπολέων. Αυτόν ήξεραν εκεί, αυτόν εµπιστεύονταν (στην πραγµατικότητα δεν τον εµπιστεύονταν καθόλου. Τους είχε ταράξει στους φόρους και ένα έργο δε γίνονταν. Κτίρια, γέφυρες κλπ ήταν υπό κατάρρευση και οι ανθούσες άλλοτε πόλεις ήταν σε απόλυτη παρακµή. Τα χρήµατα από τους φόρους βοηθούσαν το Ναπολέοντα να ισοσκελίσει το Γαλλικό προϋπολογισµό-Μήπως σας θυµίζει τίποτα αυτό;). Την ήµερα που ανακοινώθηκαν οι τίτλοι, στη Γαλλία έγιναν χαµός. Το ίδιο βράδυ στην επαρχία, που ήταν συγκεντρωµένοι οι περισσότεροι µικροί τίτλοι, κάηκε ο τόπος. Πρώτη φορά τα σκυλάδικα του Μπορντό, και της Λυόν γνωρίσαν τέτοιες δόξες. Στο Παρίσι όµως οι νέοι δούκες δεν είχαν που να πάνε. Με τις επαναστάσεις και τα τέτοια όλα τα καλά κέντρα είχαν κλείσει και αν άρχισαν να ξανανοίγουν αργότερα, ποτέ δεν έφτασαν στο επίπεδο που ήταν επί ευγενών. Αλλά και που να πας στο Παρίσι να γιορτάσεις κάτι τόσο µεγάλο; στο Lido, να δεις να χορεύουν καν-καν; δε λέει. Ετσι οι δούκες πήραν τα ληαρ-τζετ και βουρ για Αθήνα. Το τι έγινε στην Πάολα το ίδιο βράδυ δεν περιγράφεται. Ποτέ δεν είχε δει τόσο λουλουδικό η γνωστή τραγουδίστρια. Τα Μαζορά Όταν γύρισαν στο Παρίσι και ηρέµησαν τα πνεύµατα άρχισαν να αντιµετωπίζουν τα πράγµατα πιο ρεαλιστικά. Ο Ναπολέων που δεν ήθελε οι τιτλούχοι του να είναι φουκαράδες, είχε καθορίσει ένα ελάχιστο εισόδηµα αξιοπρεπούς διαβίωσης τιτλούχου που ήταν αναγκαίο για τη διατήρηση ενός τίτλου. Τα εισοδήµατα αυτά ήταν λογικά για τους χαµηλούς τίτλους, τσουχτερά για τους κόµητες και απλησίαστα για τους δούκες. Αλλά δεν ήταν µόνο αυτό. Οι νέοι τιτλούχοι ήξεραν ότι δεν τους έδωσαν τους τίτλους σήµερα για να τους τους πάρουν αύριο, έτσι ακόµα και αν δεν είχαν το ελάχιστο εισόδηµα κάτι θα γινόταν. Αυτό που τους απασχολούσε ήταν η µεταβίβαση των τίτλων στα παιδιά τους. Σύµφωνα µε τα σχέδια του Ναπολέοντα λοιπόν ένας τίτλος µπορούσε να µεταβιβαστεί µετά το θάνατο του τιτλούχου στον πρωτότοκο γιο-ή αν δεν είχε σε κάποιο αδερφό, ανιψιό κλπ- µόνον αν ο αρχικός κάτοχος είχε εξασφαλίσει την ύπαρξη εισοδήµατος αξιοπρεπούς διαβίωσης και στους εποµένους κατόχους. Και πως γινόταν αυτό; Κάνοντας ένα µαζορά. Ας το φέρουµε στην εποχή µας. Παίρνεις τον τίτλο του ιππότη. Ο τίτλος απαιτεί ελάχιστο εισόδηµα 1000 ευρώ το µήνα. Έχεις δυο διαµερίσµατα και σου φέρνουν από νοίκι πάνω από 1000 ευρώ, είσαι εντάξει. Αν όµως θέλεις ο τίτλος σου να µεταβιβαστεί όταν πεθάνεις στο γιο σου, πρέπει να εκχωρήσεις τα δυο διαµερίσµατα στον τίτλο σου. Ο τίτλος πια θα είναι κάτοχος, εσύ θα έχεις τη νοµή και θα παίρνεις τα 1000 ευρώ και όταν πεθάνεις η νοµή θα περάσει στο γιο σου και θα παίρνει αυτός τα 1000 ευρώ. Και επειδή ο τίτλος δεν είναι άνθρωπος για να µπορεί να πουλήσει, τα δυο διαµερίσµατα θα µένουν δεσµευµένα εις τους αιώνας των αιώνων αµήν. Τα δυο αυτά διαµερίσµατα, η δεσµευµένη περιουσία υπέρ του τίτλου λεγόταν “µαζορά”. Το µαζορά µπορούσε να περιέχει ακίνητα, µετοχές και άλλα προσοδοφόρα περιουσιακά στοιχεία. Η διαδικασία ήταν: κάνω το µαζορά (υπό την προϋπόθεση της έγκρισης), το βλέπουν και το εγκρίνουν οι αρµόδιοι και στη συνέχεια ο τίτλος µου είναι µεταβιβάσιµος, αλλιώς πεθαίνει µαζί µε µένα. Άρα λοιπόν, για να κάνει κάποιος τον τίτλο του µεταβιβάσιµο έπρεπε να δεσµεύσει πιθανά και το σύνολο της ατοµικής του περιουσίας. Οι δούκες, σχεδόν στο σύνολο τους, ούτε καν πλησίαζαν το ετήσιο εισόδηµα των 200000 φράγκων που απαιτείτο για τον τίτλο αυτό (σκεφτείτε, 200000 ήταν όλη η προίκα της Σοφί, που δεν µπορούσε να δώσει ο Μαρµπουά εφάπαξ). Οι περισσότεροι από αυτούς στρατιωτικοί ήταν, φτωχαδάκια πριν την επανάσταση και στη συνέχεια µε ένα µισθό, έστω και καλό. Φυσικά καταλάβαιναν ότι ο Βοναπάρτης είχε κάτι στο µυαλό του, αλλιώς δεν θα έβαζε αυτά τα απίθανα όρια. Και πράγµατι είχε: «τις δωρεές υπό όρους». Η ελίτ του Ναπολέοντα δεν ήταν πλούσια. Ο Βοναπάρτης ήθελε να την κάνει πλούσια και πιστή σε αυτόν. Και να την ελέγχει. Ήθελε επίσης να κάνει το Παρίσι την αδιαφιλονίκητη πρωτεύουσα της Ευρώπης. Για να τα κάνει όλα αυτά χρειάζονταν ορισµένες κινήσεις. Εδώ θα αναφερθούµε µόνο σε όσες από αυτές αφορούν δούκες. Λίγο µετά την ανακοίνωση των τίτλων άρχισαν οι δωρεές. Με τις δωρεές ο Ναπολέων εξασφάλιζε στους δούκες το εισόδηµα των 200000 φράγκων. Τους παραχωρούσε µεγάλα τσιφλίκια στις κατακτηµένες χώρες, ικανά να φέρνουν το εισόδηµα αυτό. Τους παραχωρούσε όχι την ίδια τη γη, αλλά τη νοµή της. Το εισόδηµα αυτό τους έκανε αυτόµατα πλουσίους, όµως δεν ήταν ελεύθεροι να το ξοδεύουν όπως ήθελαν. Ήταν υποχρεωµένοι να δαπανούν ένα µεγάλο µέρος του στην αγορά αστικών ακινήτων, που θα ήταν φυσικά στην ιδιοκτησία τους. Ο Βοναπάρτης ήθελε να δώσει ζωή και λάµψη στο κέντρο του Παρισιού, αφού τους δούκες θα ακολουθούσαν και άλλοι. Φαντάζονταν ένα κέντρο της πόλης µε το παλάτι στη µέση και πολυτελή κτίρια µε οικόσηµα γύρω του. Το κυριότερο όµως ήταν τα µαζορά. Οι δωρεές αυτές µπορούσαν να περιληφθούν στα µαζορά τους, δηλαδή τα τσιφλίκια να γίνουν ιδιοκτησία του τίτλου. Αρα αν σου έκανε ο Ναπολέων δωρεά ίση µε το ελάχιστο εισόδηµα σχεδόν αυτόµατα ο τίτλος σου γινόταν µεταβιβάσιµος (µια τυπική σφραγίδα και υπογραφή χρειάζονταν). Αν σου έκανε µικρότερη έπρεπε να συµπληρώσεις τα υπόλοιπα εσύ. Όμως οι δωρεές µπορούσαν να ακυρωθούν ανά πάσα στιγµή. Δηλαδή δούκας πιστός στο Ναπολέοντα= πάµπλουτος, δούκας που κουνιόταν λίγο = τελειωµένος. Η παραχώρηση κρατικής γης µέσα στη Γαλλία θα παρέπεµπε αυτόµατα στην φεουδαρχία, κάτι που πολιτικά ήταν αδιανόητο µετά την επανάσταση. Γιαυτό ο Ναπολέων έδωσε τσιφλίκια στις κατακτηµένες χώρες και για αυτό έδωσε στους δούκες ιταλικά τοπωνύµια. Για να θολώσει τα νερά. Ηταν κάποιος Γάλλος, δούκας του Τρεβίζο πχ και είχε και τσιφλίκια στην Ιταλία, ε και τι έγινε; κανένας Γάλλος δεν θα ενοχλούνταν. Κατακτηµένες περιοχές ήταν, δεν τους ενδιέφερε. Στη Γαλλία να µην είχε. Για τους ελάχιστους, όπως ο Κελλερµάν, που είχαν Γαλλικό τοπωνύµιο έγιναν άλλες µεθοδεύσεις. Ο Λεµπρέν και το Μαζορά Την εποχή αυτή ή Σοφί είναι πολύ στα πάνω της. Είναι µέλος της παρισινής υψηλής κοινωνίας (Μετά την φυγή των ευγενών στο εξωτερικό, χάι σοσάιτυ ήταν κάποιοι στρατηγοί και κάποιοι υψηλόβαθµοι κρατικοί λειτουργοί. Αν δεν ήταν λοιπόν και η Σοφί, νύφη του αρχιθησαυροφύλακα, γυναίκα ανώτερου αξιωµατικού - υπασπιστή του Ναπολέοντα και κόρη του Μαρµπουά -που σηµειωτέον έχει επανέλθει στην ενεργό δράση και είναι ο πρώτος πρόεδρος του Γαλλικού Ελεγκτικού Συνεδρίου- ποια θα ήταν;) διατηρεί “σαλόν” -ανοίγει το σπίτι της δηλαδή και συγκεντρώνεται διάφοροι για να συζητήσουν και επειδή έχει φιλελεύθερες απόψεις µαζεύονται και διανοούµενοι, σοφοί κλπ - και είναι πλέον και µέλλουσα δούκισσα της Πλακεντίας. Γιατί για να γίνει δούκισσα µετά το θάνατο του Λεµπρέν αρκεί ο άντρας της να ζει -για να πάρει τον τίτλο του δούκα της Πλακεντίας-και αυτή να παραµένει σύζυγος του. Μπορεί βέβαια µε τον άντρα της να είναι δυο κόσµοι αλλά περίπτωση διαζυγίου δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Και ενώ όλα πάνε καλά ο πατέρας Λεµπρέν καθυστερεί να κάνει µαζορά. Και όµως το να κάνει µαζορά είναι το πιο εύκολο πράγµα του κόσµου. Ο Ναπολέων του έχει κάνει την αντίστοιχη δωρεά υπό όρους και το µόνο που χρειάζεται είναι σφραγίδα και υπογραφή από τον Καµπασερές στο διπλανό γραφείο, χωρίς καν έλεγχο. Όμως δεν το κάνει. Έτσι ο τίτλος είναι έωλος. Οι δικοί του δεν ανησυχούν ιδιαίτερα, θα κάνει. Κακώς δεν ανησυχούν. Γιατί ο Λεµπρέν έχει βαθύτερους λόγους που δεν το κάνει. Λόγους αρχής. Ο Λεµπρέν δεν θέλει τους τίτλους γιατί µε τον τρόπο του πιστεύει στην επανάσταση. Πιστεύει δηλαδή ότι η επανάσταση έφερε αλλαγές που χρειάζονταν η χώρα και ότι αυτές πρέπει να προστατευθούν. Δεν θέλει την επιστροφή στο παλιό καθεστώς. Η χορήγηση τίτλων είναι αντίθετη σε αυτές τις αλλαγές και έτσι και αυτός είναι αντίθετος. Είναι όµως χαµηλών τόνων και αποδέχεται την απόφαση του Ναπολέοντα που είναι και άποψη της πλειοψηφίας των ανώτατων κρατικών λειτουργών. Δεν θέλει να συγκρουστεί και τελικά δεν απορρίπτει τον τίτλο του δούκα της Πλακεντίας (ούτε και τη δωρεά, γιατί θα ήταν σαν να µην αποδέχονταν τον τίτλο. Και ίσως να µην ήθελε να χάσει και τα λεφτά). Όμως το µαζορά σαν θεσµό δεν µπορεί να το αποδεχτεί, γιατί θα ήταν σαν να ακύρωνε όλη την προηγούµενη ζωή του. Ο Λεµπρέν πίστευε ότι µέρος της κακοδαιµονίας του παλιού κόσµου οφείλονταν στο κληρονοµικό δίκαιο που ξεχώριζε τα παιδιά ευνοώντας το πρώτο, στα “πρωτοτόκια” δηλαδή. Σαν νοµικός αγωνίστηκε χρόνια πολλά για την αλλαγή του. Μετά την επανάσταση νόµισε ότι αυτό θα αλλάξει οριστικά. Εδωσε µάχες µε τον Ναπολέοντα και τον Καµπασερές για την κατάργηση του, κατά την σύνταξη των λεγόµενων Ναπολεόντειων κωδίκων και συνέχιζε να δίνει και την εποχή που µιλάµε. Πως λοιπόν θα έκανε ένα µαζορά που θα καταπατούσε όλα αυτά που πίστευε και έλεγε, µόνο και µόνο επειδή ο πρωτότοκος ήταν γιος του; Το 1810 ο Ναπολέων είναι στο απόγειο της δόξας του και θέλει πια να κατοχυρώνει τα όσα κέρδισε στα πεδία των µαχών υπογράφοντας συνθήκες ειρήνης µε τους άλλους ευρωπαίους ηγεµόνες. Για να κάµει το έργο του πιο εύκολο αποφασίζει να χωρίσει την Ιωσηφίνα και να παντρευτεί είτε την αδερφή του αυτοκράτορα της Αυστρίας είτε την αδερφή του Ρώσου τσάρου. Ο Καµπασερές τον προειδοποιεί: «Με όποιον από τους δυο δεν συµπεθερέψεις, θα έχουµε πόλεµο µέσα σε δυο χρόνια. Πάρε την Ρωσίδα, µε τους Αυστριακούς θα τα βολέψουµε καλύτερα.» Ο Βοναπάρτης δεν τον ακούει και παντρεύεται την Αυστριακή, τη Μαρία -Λουίζα. Θα έπρεπε να τον είχε ακούσει. Η Ιωσηφίνα που περίµενε κάτι τέτοιο δεν στεναχωρίεται ιδιαίτερα. Ο Ναπολέων πάντως για να την παρηγορήσει την κάνει Δούκισσα. Στη Γαλλία. Η Μαρία Λουίζα γίνεται νέα αυτοκράτειρα της Γαλλίας και τα πράγµατα στο παλάτι αλλάζουν. Η Σοφί γίνεται κυρία επί των τιµών. Η νέα αυτοκράτειρα φαίνεται να την συµπαθεί και η Σοφί ανεβαίνει κι άλλο στην ιεραρχία της Ναπολεόντιας υψηλής κοινωνίας. Στο µεταξύ ο περίγυρος της αρχίζει να την αποκαλεί άτυπα “ Δούκισσα της Πλακεντίας”. Και γιατί να µην την αποκαλεί; Ο Λεµπρέν γυναίκα δεν έχει για να είναι αυτή η δούκισσα της Πλακεντίας και κάποια στιγµή ο γιος του θα γίνει δούκας και η Σοφί θα γίνει και επίσηµα δούκισσα της Πλακεντίας, γιατί να µην την αποκαλούν από τώρα; Σιγά-σιγά δούκισσα την αποκαλούν οι πάντες, ακόµα και η Αυτοκράτειρα. Όμως σε µια επίσκεψή τους στην Ιταλία ο Ναπολέων και η Μαρία- Λουίζα γνωρίζουν µια ενδιαφέρουσα Ιταλίδα, χήρα ενός Ιταλού κόµη και της προτείνουν να την κάνουν µεταγραφή στο Γαλλικό παλάτι. Η κόµισσα δέχεται και γίνεται και αυτή κυρία επί των τιµών της αυτοκράτειρας. Η νέα προσθήκη δίνει καινούργιο αέρα στην αυλή. Η κόµισσα, γυναίκα του κόσµου, όµορφη, ευφυής, τσαχπίνα, αναστατώνει τα πάντα στο πέρασµα της. Ο Ναπολέων την κάνει χάζι, πολύ τη συµπαθεί, σκέφτεται ότι µπορεί να του φανεί χρήσιµη, δεν τη βλέπει όµως σα γυναίκα. Έτσι λοιπόν την καλεί µια µέρα να της µιλήσει ιδιαιτέρως. Θέλει να την κάνει κατάσκοπο, αυτή όµως πηγαίνει έτοιµη να γίνει ερωµένη του. Το µπέρδεµα που ακολουθεί είναι τέτοιο, που ο Ναπολέων δεν το ξεχνάει από τότε και το διηγείται πολλές φορές στα χρόνια της εξορίας του στην Αγία Ελένη. Η κόµισσα έχει πολλές κατακτήσεις, ανάµεσα τους και τον Λεµπρέν που στα 72 του της κάνει πρόταση γάµου. Η κόµισσα δέχεται και ο γιος του και η Σοφί φρικάρουν. Αν την παντρευτεί, οι συνέπειες για όλους θα είναι τροµερές. Η Σοφί δεν θα είναι πια δούκισσα της Πλακεντίας και ποιος ξέρει αν θα γίνει και ποτέ, όσο για την περιουσία θα διασκορπιστεί στους πέντε ανέµους. Ο γιος Λεµπρέν επιστρατεύει τα µεγάλα µέσα και ο Ναπολέων απαγορεύει το γάµο. Φυσικά ο γέρο -Λεµπρέν δεν έχει πια µόνο λόγους αρχής να µην κάνει µαζορά. Ο Ναπολέων που έχει κουραστεί από τη σιωπηρή αντιπολίτευση του Λεµπρέν, µετά από αυτό τον περιστατικό τον βγάζει από αρχιθησαυροφύλακα και τον στέλνει Κυβερνήτη πρώτα στην περιοχή της Γένοβας και µετά στην Ολλανδία. Θα επιστρέψει στην παλιά του θέση τρία χρόνια αργότερα. Πριν και µετά το Βατερλό Στα τέλη του 1813, µετά από διαδοχικές ήττες του γαλλικού στρατού, Ρώσοι και Πρώσοι µπαίνουν στη Γαλλία. Η Γερουσία στέλνει αντιπροσωπεία στο Ναπολέοντα (µέλος της και ο Μαρµπουά) και του ζητά να προχωρήσει σε διαπραγµατεύσεις µε τις δυο συνεργαζόµενες δυνάµεις. Ο Ναπολέων το αρνείται, οι Ρώσοι µπαίνουν στο Παρίσι και ο Ναπολέων αναγκάζεται µετά από συµφωνία να αφήσει την εξουσία και να περιοριστεί στο νησί Ελβα. Η Μαρία -Λουίζα υπό την πίεση (κοµψά) του αδερφού της, αυτοκράτορα της Αυστρίας, εγκαταλείπει το Ναπολέοντα και γυρίζει στη Βιέννη. Η βασιλεία επιστρέφει στη Γαλλία και ο Μαρµπουά γίνεται µέλος µιας επιτροπής που συντάσσει το νέο “σύνταγµα”. Ο βασιλιάς δέχεται µόνο ελάχιστους συνταγµατικούς περιορισµούς της εξουσίας του. Ο Ναπολέων επιστρέφει και θα κυβερνήσει την Γαλλία για ένα διάστηµα εκατό ηµερών µέχρι το Βατερλό. Στο διάστηµα αυτό, θέτει το Μαρµπουά υπό περιορισµό στην έπαυλη του στη Νορµανδία και ζητά από το Λεµπρέν, που δεν έχει συµµετάσχει στα γεγονότα, να αναλάβει ενεργό ρόλο στο πλευρό του. Ο Λεµπρέν αρνείται ευγενικά και ο Ναπολέων τον τιµά δίνοντας του µια θέση στο νέο νοµοθετικό σώµα που φτιάχνει τη βουλή των οµοτίµων (κάτι σαν βουλή των λόρδων). Στη βουλή των οµοτίµων συµµετέχουν επιλεγµένοι τιτλούχοι ανεξαρτήτως τίτλου. Μετά το Βατερλό η Γαλλία κρατά την εδαφική της ακεραιότητα απαρνούµενη το Ναπολεόντειο παρελθόν της, δηλαδή µε το επιχείρηµα ότι: «αυτά τα έκανε ο Ναπολέων, όχι οι Γάλλοι. Τώρα η χώρα επανήλθε στην κανονικότητα, έχει βασιλιά άρα.. » (κάτι σαν τη µεταπολεµική Γερµανία και το Χίτλερ). Γίνονται εκλογές µε περιορισµένο εκλογικό σώµα (κάπου 100000 άτοµα µόνο) και επικρατούν οι οπαδοί του παλιού καθεστώτος, υπερβασιλικοί σε σηµείο που ο νέος Βασιλιάς λέει :«αυτοί είναι πιο βασιλικοί και από µένα». Εξαπολύεται λευκή τροµοκρατία (λευκό είναι το χρώµα της δυναστείας των Βουρβόνων). Ο Μαρµπουά έχει γίνει υπουργός Δικαιοσύνης, όµως η ήπια πολιτική του εξοργίζει τους υπερβασιλικούς, απολύεται ως “αριστερός”, τοποθετείται όµως µέλος στη Βουλή των “λόρδων” από όπου έχει εκδιωχθεί ο Λεµπρέν. Στο σηµείο αυτό λήγει και η ενεργός παρουσία του Μαρµπουά στα πολιτικά πράγµατα. Θα παραµείνει άλλα είκοσι χρόνια στη δηµόσια ζωή, ως πρόεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου και µέλος του νέου ισχυρού νοµοθετικού σώµατος της βουλής των “λόρδων”, όµως στην ουσία η παρουσία του από εδώ και πέρα θα είναι τυπικη. Θα πεθάνει το 1837 σε ηλικία 92 ετών. Το Βατερλό της Σοφί Μετά το Βατερλό η ζωή της Σοφί αλλάζει δραµατικά. Από εκεί που ήταν πρώτη µούρη στο Καβούρι δεν είναι πια τίποτα. Η νέα υψηλή κοινωνία- οι αριστοκράτες -δεν την περιλαµβάνει. Κανένας δεν την λέει πια δούκισσα της Πλακεντίας. Ο πεθερός της είναι σε δυσµένεια, ο στενός κύκλος γύρω από το Ναπολέοντα υπό διωγµό. Μόνο ό πατέρας της τη σώζει και αυτός απλά είναι ανεκτός από το νέο καθεστώς. Και δεν φτάνουν αυτά. Ο άντρας της µπαίνει σε διαθεσιµότητα και γυρίζει σπίτι. Ενας σύζυγος που τα προηγούµενα χρόνια ήταν µονίµως απών και που είναι φυσικό η ζωή της Σοφί να µην τον περιλαµβάνει πια. Ακολουθούν καβγάδες, εκνευρισµοί, µια ζωή αβίωτη και κάποια στιγµή αποφασίζει να χωρίσει. Οι τίτλοι στο νέο καθεστώς Ένα από τα θέµατα που έχει να αντιµετωπίσει το νέο καθεστώς είναι και αυτό των ναπολεόντειων τίτλων. Το θέµα είναι πολύπλοκο. Το νέο καθεστώς δεν µπορεί να καταργήσει αυτούς τους τίτλους, γιατί οι κάτοχοι τους (ιδιαίτερα των µικρών) αποτελούν πλέον τη ραχοκοκαλιά του κράτους. Η κοινωνία έχει προχωρήσει, τα πράγµατα έχουν αλλάξει και οι παλιοί ευγενείς -εκτός τόπου και χρόνου- δεν µπορούν να τους αντικαταστήσουν. Αποφασίζεται τελικά µια απλή λύση. Οι ευγενείς ξαναπαίρνουν τους τίτλους ευγενείας τους ( µε πολύ λιγότερα προνόµια όµως από παλιά), αλλά και οι ναπολεόντειοι τίτλοι διατηρούνται κανονικά. Πολλοί από τους κατόχους των ναπολεόντειων τίτλων απορρίπτουν τους τίτλους τους, δεν θέλουν να συνδεθούν µε το νέο καθεστώς. Οι δούκες στη σύνολο τους παραµένουν. Πώς όµως; Oι "δωρεές υπό όρους" έχουν καταπέσει εκ των πραγµάτων γιατί τα τσιφλίκια δεν είναι πια σε γαλλικό έδαφος. Οι δούκες που είχαν στα µαζορά τους δωρεές δεν έχουν πια το ελάχιστο απαιτούµενο εισόδηµα (τι το ελάχιστο; καθόλου δεν έχουν). Ελπίζουν ότι το νέο καθεστώς θα αντιµετωπίσει την πραγµατικότητα και θα µειώσει τα όρια. Ο Λεµπρέν όµως και να θέλει δεν µπορεί πια, τουλάχιστον προς το παρόν, να κάνει µαζορά, γιατί άλλο να έχεις µαζορά και να σου τύχει κάτι (να σου πάρουν τα κτήµατα που είχες στο µαζορά) και άλλο να θέλεις να κάνεις τώρα που έχει καταπέσει η δωρεά. Όσο για τους ιταλικούς τίτλους, αυτοί είναι πια απολύτως νόµιµοι όµως κενοί περιεχοµένου. Τι σηµαίνει για παράδειγµα “δούκας του Τρεβίζο”; Το Τρεβίζο δεν είναι πια στην Γαλλική επικράτεια. Στο παλιό καθεστώς των ευγενών “δούκας του Τρεβίζο” θα σήµαινε ότι ήσουν το αφεντικό εκεί και οι νέοι επικυρίαρχοι λίγο πολύ θα σε σέβονταν, δηλαδή ό τίτλος θα παρέµενε ισχυρός και αναγνωρίσιµος υπό οποιαδήποτε επικυριαρχία. Στην περίπτωση µας όµως ο τίτλος ήταν καθαρά γαλλικός και καθαρά διακοσµητικός. Ο Ναπολέων τον έδωσε για να προσθέσει ένα στολίδι, ένα διαµάντι δίπλα στη λέξη “δούκας”. Και τώρα το διαµάντι έχει γίνει θαµπό γυαλί. Και στην περίπτωση της Πάρµας και της Πλακεντίας, ούτε καν γυαλί, τενεκές. Με τη συνθήκη της Βιέννης, που καθόρισε τα σύνορα της Ευρώπης µετά το Βατερλό, έγινε επανασύσταση του Δουκάτου της Πάρµας, Πλακεντίας και περιχώρων, σαν αυτόνοµης κρατικής οντότητας. Επικεφαλής του Δουκάτου ορίστηκε όχι ένας Δούκας, αλλά µια Δούκισσα. Η πρώην αυτοκράτειρα της Γαλλίας Μαρία - Λουίζα, αυτή που έλεγε τη Σοφί -που ήταν κυρία επί των τιµών της -δούκισσα της Πλακεντίας. Και αυτά συµφωνήθηκαν µε την υπογραφή της Γαλλίας. Την εποχή αυτή ο Καµπασερές είναι εξόριστος στις Βρυξέλλες και του έχει αφαιρεθεί ο τίτλος του δούκα. Αυτός όμως τον χρησιµοποιεί άτυπα. Μετά τις νέες εξελίξεις και µπρος στη γελοιότητα που θα προέκυπτε-να εµφανίζεται δηλαδή σαν δούκας της Πάρµας και άλλος (-η) να είναι ο διεθνώς αναγνωρισµένος (-η) -και επειδή δεν θέλει να πάψει να εµφανίζεται σαν δούκας, αλλάζει από µόνος του το διακοσµητικό “της Πάρµας” και το κάνει “του Καµπασερές”, παρουσιάζεται δηλαδή σαν Καµπασερές, δούκας του Καµπασερές! Αργότερα όταν του επιστρέφουν επίσηµα τον τίτλο “δούκας της Πάρµας” δεν τον χρησιµοποιεί ποτέ και εξακολουθεί να αυτοαποκαλείται “δούκας του Καµπασερές”, τίτλο που τελικά κατοχυρώνουν επίσηµα οι κληρονόµοι σαράντα χρόνια αργότερα. Ο Λεµπρέν δεν κάνει κάτι αντίστοιχο, πιθανόν γιατί δεν τον ενδιαφέρουν οι τίτλοι και δεν χρησιµοποιεί τον δικό του. Όμως, όταν αργότερα ξαναγυρίζει στην Βουλή των “Λόρδων” (1819), ο τίτλος του δούκα του είναι απαραίτητος, γιατί πρέπει να είναι κανείς τιτλούχος για να είναι λόρδος και διαθέσιµο έχει µόνο τον τίτλο του δούκα της Πλακεντίας. Η Σοφί δούκισσα. Η ζωή µε τον άντρα της είναι αβίωτη, η Σοφί φεύγει από το σπίτι και αρχίζει να κατηγορεί το σύζυγο της για το ένα και για το άλλο, δηµόσια. Αυτή η συµπεριφορά της είναι κατακριτέα από τους κύκλους της. Παράλληλα το σαλόν της γίνεται κέντρο αντιπολίτευσης στο καθεστώς και υποστήριξης των νέων κινηµάτων που εµφανίζονται παντού. Με το ξέσπασµα της ελληνικής επανάστασης, γίνεται φιλελληνίδα και βοηθά µε διάφορους τρόπους- και οικονοµικά -την ελληνική υπόθεση. Ταυτόχρονα βάζει µπροστά τη διαδικασία του χωρισµού της από το σύζυγο της και επειδή το διαζύγιο έχει καταργηθεί στη Γαλλία από το νέο υπερσυντηρητικό καθεστώς, αυτό που προκύπτει είναι να κηρυχθεί το ζευγάρι “σε διάσταση”. Ο Λεµπρέν πεθαίνει το 1824. Λίγο πριν το θάνατο του κάνει επιτέλους το περίφηµο µαζορά (τα εισοδηµατικά κριτήρια έχουν µειωθεί πάρα πολύ), πιθανά για να δώσει την ευκαιρία στο γιο του να τον αντικαταστήσει στη Βουλή των “Λόρδων” που έχει γίνει το κύριο νοµοθετικό σώµα της χώρας. Έτσι ο γιος του γίνεται δούκας της Πλακεντίας και η Σοφί δούκισσα, αν και είναι πλέον επίσηµα σε διάσταση µε τον άντρα της. Η Σοφί είναι πια δούκισσα της Πλακεντίας, σύµφωνα µε το γαλλικό νόµο ( που αναγνωρίζει τον τίτλο” δούκισσα της Πλακεντίας”, αλλά και ταυτόχρονα τον επίσηµο και ηγεµονικό τίτλο “δούκισσα της Πάρµας και Πλακε ντίας”). Όμως µια δούκισσα που δεν είναι ευγενής, αλλά µε ναπολεόντειο τίτλο (οι ευγενείς που έχουν πια το πάνω χέρι ίσα- ίσα που τους ανέχονται, κι αυτό εξαιτίας του νόµου). Μια δούκισσα που θυµίζει εποχές που η άρχουσα τάξη θέλει να ξεχάσει. Μια δούκισσα που έβριζε δηµόσια τον άντρα της που της έδωσε τον τίτλο. Ένα τίτλο που δεν σηµαίνει τίποτα. Μια δούκισσα που δέχτηκε τον τίτλο, αν και έβριζε τον άντρα της µε τα χειρότερα λόγια. Τον τίτλο της δούκισσας τον θέλει κάποια για να ξεχωρίζει από τους πολλούς, να αναγνωρίζεται από τους όµοιους της και να προκαλεί το θαυµασµό, να λένε δηλαδή όταν περνάει: «Κοίτα, κοίτα έρχεται η δούκισσα της Πλακεντίας!» και όχι «µµµ, µας ήρθε κι η δούκισσα της Πλακεντίας…». Και δυστυχώς για αυτήν ανήκε πλέον στη δεύτερη κατηγορία. Αυτό δεν το άντεχε. Την Γαλλία πια δεν την άντεχε. Την άφησε για πάντα. Και πήρε τους δρόµους. Αλλά και που να πάει; Στην Αυστρία; Που ο αυτοκράτορας ήταν αδερφός της επίσηµης δούκισσας της Πάρµας και Πλακεντίας και να παρουσιαστεί σαν δούκισσα της Πλακεντίας; Στην Πλακεντία; Θα γέλαγαν και οι πέτρες αν δήλωνε δούκισσα της Πλακεντίας. Δοκίµασε αλλού στην Ιταλία, µε συγκατάβαση τη δέχτηκαν. Τελικά χρειάζονταν ένα τόπο παρθένο, διψασµένο για τίτλους και για µεγαλεία. Έναν τόπο που ο κενός περιεχοµένου τίτλος της θα αναγνωρίζονταν σε τέτοιο βαθµό που θα εξαφάνιζε το όνοµα της. Ενα τόπο που όταν θα άκουγε “δούκισσα της Πλακεντίας” δεν θα αναρωτιόταν «Ποια δούκισσα της Πλακεντίας;» (υπήρξαν πολλές). Έναν τόπο που θα είχε πια τη δική του δούκισσα της Πλακεντίας. Δεν θέλουµε µε κανένα τρόπο να αµφισβητήσουµε ούτε το φιλελληνισµό της δούκισσας της Πλακεντίας (που είναι αναµφισβήτητος), ούτε την όποια οικονοµική συνεισφορά της στην δηµιουργία του νέου ελληνικού κράτους (και λέµε όποια, όχι γιατί την αµφισβητούµε, αλλά γιατί απλά δεν την ξέρουµε ακριβώς ώστε να την κρίνουµε). Αλλά όποια κι αν είναι η προσφορά της, δεν είναι συγκρίσιµη µε αυτή του Κολοκοτρώνη, του Κανάρη, της Μπουµπουλίνας και τόσων άλλων. Που δεν έχουν σταθµό του Μετρό στο όνοµα τους. Ούτε µια µεγάλη λεωφόρο. Κάτι που µας υπενθυµίζει ένας σύγχρονος Γάλλος ιστορικός γράφοντας: «Ένα στενό δροµάκι στο Μέτς και ένας δρόµος στο Σινναµαρί της Γουιάνας έχουν µείνει να µας θυµίζουν τα 65 χρόνια του Φρανσουά Μπαρµπέ- Μαρµπουά στο Γαλλικό δηµόσιο βιο. Όμως η µνήµη της κόρης του στην Ελλάδα παραµένει ολοζώντανη, σε σηµείο που ένας σταθµός του µετρό και µια µεγάλη λεωφόρος στην Αθήνα φέρουν τό όνοµα της. Σωστότερα, το όνοµα του τίτλου της». ΤΕΛΟΣ Πρωτότυπο ιστορικό διήγημα του Σταύρου Λάβδα για την ιστοσελίδα της «Δράσης». Ένα ταξίδι στον 18ο αιώνα, την εποχή των µεγάλων ανατροπών, με οδηγό την πολυτάραχη ζωή του Φρανσουά Μπαρµπέ- Μαρµπουά, ενός ανθρώπου µε εξηνταπέντε χρόνια παρουσία στο γαλλικό δηµόσιο βίο, υπό τέσσερα διαφορετικά καθεστώτα -και πατέρα της Σοφί, της γνωστής σε εµάς σαν "Δούκισσα της Πλακεντίας". TA ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ Στήλη: «Ακροβάτες στο χαρτί» Το 1ο μέρος: Τα Πρώτα χρόνια. Δούκισσες και Δούκες. http://drasivrilissia.gr/themata/parousiash.aspx?sxID=3459 Το 2ο μέρος: Τα χρόνια της Αµερικής. http://drasivrilissia.gr/themata/parousiash.aspx?sxID=3460 Το 3ο μέρος: Τα Πρώτα χρόνια της Επανάστασης. http://drasivrilissia.gr/themata/parousiash.aspx?sxID=3463 Το 4ο μέρος: Τα ύστερα χρόνια της Επανάστασης. http://drasivrilissia.gr/themata/parousiash.aspx?sxID=3467

ΣΧΕΤΙΚΑ: Ακροβάτες στο χαρτί
ΣΧΟΛΙΑ
Πείτε μας τη γνώμη σας
Τα σχόλια δημοσιεύονται άμεσα και είναι αποκλειστική ευθύνη του συντάκτη του σχολίου. Οι διαχειριστές της παρούσας ιστοσελίδας διατηρούν το δικαίωμα διαγραφής των σχολίων εκείνων που έχουν διαφημιστικούς σκοπούς, κρίνονται ως ρατσιστικά ή προσβάλλουν πρόσωπα.
Τοιχο-διωκτικά

Έρχονται όλα κάποτε μαζεμένα. Πού να πας τότε; Πού να κρυφτείς; Τι την έκανες την ανεπανάληπτη ζωή σου;

Τάσος Λειβαδίτης - Καντάτα , Κέδρος 1960
Ημερολόγιο Δράσεων και Εκδηλώσεων

Δεν υπάρχουν προγραμματισμένες Δράσεις για τις επόμενες ημέρες...

Newsletter