Συμβαίνουν στην πόλη μας
του Χρήστου Ι. Βατούσιου
Ρώτησε το ποτάμι τη θάλασσα: Από που πάνε για το βουνό; Κι η θάλασσα αρρώστησε, έπεσε να πεθάνει. Για δε ρωτάς τον πατέρα σου τον Ήλιο του 'πε, τι θες και με παιδεύεις; Δρόμοι υπάρχουν πολλοί, στο ξανάπα. Ποιόν βλέπεις, ποιόν ακούς, με ποιόν ταιριάζεις; Τράβα τον και το βουνό θα 'ρθει κοντά σου. Μα μη με ξαναρωτήσεις. Για θα θυμώσει και θα ρίξει τον ίσκιο του βαρύ επάνω μας. Και το ποτάμι κύλησε ανοίγοντας περάσματα, μα απ' όποιο κι αν τραβούσε πάντα κατέληγε στη θάλασσα κι ούτε που σήκωνε τα μάτια να την κοιτάξει. Μόνο έφευγε λυπημένο να ξαναπάρει τους δρόμους. Έτσι πέρασαν χρόνια και καιροί και το ποτάμι κυλούσε, μέχρι που στέρεψε κι απόμεινε μια στάλα να τρεμοσβήνει. Τότε ο Ήλιος, κατέβηκε, το πήρε στα χέρια του και το ανέβασε ψηλά στην κορυφή του βουνού. Τώρα κοίτα του είπε, κοίτα καλά και πες μου. Ποιος είναι ο δρόμος; Και το ποτάμι έκλεισε τα μάτια του κι ούτε που τα ξανάνοιξε πια. ΠΙΝΑΚΑΣ: J. Atkinson Grimshaw, Ερωτευμένοι στο δάσος. ΧΡΗΣΤΟΣ Ι. ΒΑΤΟΥΣΙΟΣ
Μπάμπης Δαμουλιάνος Ευαγγελάτος
Κόντρα στη μοίρα και κόντρα στους καιρούς στην προσταγή της μέσα σου φλόγας ως ότου σβέσεις...