Σχόλια
Εξαώροφα: Νέα δεδομένα απαιτούν επανεκτίμηση της κατάστασης
17/4/2024

Η "ΝΕΑ" δημοτική αρχή να προασπίσει το δημόσιο συμφέρον με περισσότερο ζήλο και μαχητικότητα από εκείνη του ιδιώτη, προς όφελος των συντριπτικά περισσότερων ψηφοφόρων που την ψήφισαν!

Μπάμπης Δαμουλιάνος Ευαγγελάτος
Όχι και εξαώροφα στα Βριλήσσια!
4/4/2024

Εύστοχο σχόλιο!

admin
Όχι και εξαώροφα στα Βριλήσσια!
1/4/2024

Είναι όντως μεγάλο το πρόβλημα. Θα έχετε παρατηρήσεις ότι πέρα από το θέμα του ύψους, στις καινούργιες πολυκατοικίες δεν υπάρχει σχεδόν καθόλου κήπος ή πράσινος περίβολος, ενώ για την εποχή μας αυτό θ

Χαρά Ροβίθη
Γεράσιμος Κακλαμάνης (1940 – 2003): Διαφωτιστικές αχτίδες φωτός στο προπαγανδιστικό σκότος
3/3/2024

Εξαιρετικό...

Εύα Χατζάκη
Αναφορά στο έργο του Γεράσιμου Κακλαμάνη (1940 – 2003)
2/1/2024

Σίγουρα έχουμε υποχρέωση να προωθούμε κείμενα ικανά να αφυπνίζουν τίς συνειδήσεις ατόμων μίας κοινωνίας, η οποία ζεί μέσα στό ψέμμα. Εάν μπορώ να βοηθήσω σε μία τέτοια προσπάθεια, θα το κάνω μετά χαρ

Ζέρβας Δημήτρης

Κινηματογραφική Γεωγραφία: Chris Marker, Eric Rohmer

Δευτέρα 22 Μαΐου, 8:30μμ

Κινηματογραφική Γεωγραφία Συνάντηση 16η (Διαδικτυακή) Δευτέρα 22 Μαΐου, 8:30μμ Θέμα: Chris Marker, Eric Rohmer Κρις Μαρκέρ: Η κοσμογονία Ανανεωτής σε βάθος της τέχνης του ντοκιμαντέρ, στρατευμένος σε κάθε πολιτική ή πολιτιστική επανάσταση του πλανήτη, ο Μαρκέρ υπήρξε ο κατεξοχήν ελεύθερος δημιουργός, ελεύθερος και πολυμήχανος: ελεύθερος να κάνει τις ταινίες και τα πειράματα που επιθυμούσε, πολυμήχανος στους ανορθόδοξους τρόπους να υλοποιεί τους στόχους του χάρη στη βοήθεια φίλων και μαικήνων που του είχαν τυφλή εμπιστοσύνη. Ήταν μια συναρπαστική και αντιφατική προσωπικότητα: πραγματιστής και ονειροπόλος, απρόβλεπτος και αταξινόμητος, πανταχού παρών και αόρατος. Κατέχει δικαίως σήμερα μια περίοπτη θέση στο σύστημα του μοντέρνου κινηματογράφου. Το κινηματογραφικό έργο του, πολύμορφο και σύνθετο, αριθμεί πάνω από 50 τίτλους (λίγες ταινίες μυθοπλασίας, πολλά ντοκουμέντα, ντοκιμαντέρ και δοκίμια ποικίλης διάρκειας, άλλα πολύ σύντομα, άλλα πολύωρα, και ελάχιστα συμβατικής διάρκειας), συν άλλες τόσες συμμετοχές σε συλλογικές παραγωγές (συχνά με ψευδώνυμο. Ο Μαρκέρ, πέρα από τη σκηνοθεσία, άφησε το στίγμα του σε πολλούς ακόμα τομείς: ήταν φωτογράφος, αξιόλογος συγγραφέας, κειμενογράφος, ποιητής, δοκιμιογράφος, κριτικός κινηματογράφου και λογοτεχνίας, εκδότης (σ’ αυτόν οφείλεται μια πολύ αξιόλογη ταξιδιωτική σειρά που ξεχώρισε, το Petite Planète), ακτιβιστής, μοντέρ, αρχειοθέτης, αργότερα έγινε βίντεο-εικαστικός, επινοητής CD-ROM, καλλιτέχνης πολυμέσων, εξπέρ στην ψηφιακή επανάσταση και δεινός κομπιουτεράς μέχρι το τέλος. Πέρασε στη σκηνοθεσία στα 1952, μ’ ένα ντοκιμαντέρ για τους Ολυμπιακούς αγώνες που έγιναν εκείνη τη χρονιά στο Ελσίνκι, αλλά το ουσιαστικό του ξεκίνημα χρονολογείται από το 1953, όταν συνυπογράφει με τον Αλαίν Ρεναί την εξαιρετική μικρού μήκους ταινία «Και τα αγάλματα πεθαίνουν», όπου ένα υπνωτικό ταξίδι στην καρδιά της αφρικανικής τέχνης μετατρέπεται σε καταγγελία κατά της αποικιοκρατίας των Γάλλων (η ταινία ήταν μπλοκαρισμένη από τη λογοκρισία για 11 χρόνια). Η κορυφαία «Προβλήτα» (La jetée, 1962) ένα 29λεπτο θρυλικό μικρού μήκους φιλμ επιστημονικής φαντασίας, μας μεταφέρει στο ερειπωμένο Παρίσι, μιας μετα-αποκαλυπτικής εποχής. Ακινησία ενός κόσμου χωρίς μέλλον, ποιητικός στοχασμός πάνω στο θάνατο και τον έρωτα, παραδοξότητες της μνήμης και του χρόνου. Στο τεράστιο έργο του τα ντοκιμαντέρ κατέχουν τη μερίδα του λέοντος. Εν θερμώ στρατευμένα πολιτικά ή πιο κοντά σ’ ένα σινεμά της παρατήρησης και σε φιλμ-δοκίμιο, συμμετέχουν στα γεγονότα που σημάδεψαν τον αιώνα του, τα σχολιάζουν με βλέμμα αντικομφορμιστικό, λοξό, αιρετικό: Τη ρωσική επανάσταση και τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο («Όταν ο αιώνας πήρε μορφές», 1978). Τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, («Το βλέμμα του δήμιου», 2008, «LevelFive», 1996). Την πτώση του τείχους του Βερολίνου («Berliner Balade», 1990, «Berlin 90», «Stephan Hermlin», 1997). Το Παρίσι του 1962: στο «Ο ωραίος Μάης», όπου η κάμερα του σκηνοθέτη και του οπερατέρ Πιέρ Λομ αιχμαλωτίζει –σύμφωνα με τις τότε καινοτόμες τεχνικές του «άμεσου» σινεμά και του σινεμά-βεριτέ– πρόσωπα και αντιδράσεις κατοίκων της γαλλικής πρωτεύουσας την άνοιξη που τερματίστηκε ο πόλεμος της Αλγερίας, αποτυπώνοντας ένα ατόφιο απόθεμα εθνογραφικού τεκμηρίου για το μέλλον. Από την άλλη, παράλληλα με τις αιχμηρές «επιστολές» και τα «καρτ ποστάλ» που στέλνει από τα μέρη του κόσμου όπου περιπλανήθηκε: «Κυριακή στο Πεκίνο» (1956), «Γράμμα από τη Σιβηρία» (1958), «Cuba Si», 1961, «Η μάχη των δέκα εκατομμυρίων» (1970) κ.ά. Ο Μαρκέρ στρατεύεται πολιτικά και στη χώρα του: κατορθώνει να στήσει την παραγωγή του συλλογικού «αντιιμπεριαλιστικού» «Μακριά απ’ το Βιετνάμ» (1967) και, λίγο πριν από το 1968, ρίχνεται στη κοινωνική πάλη συμμετέχοντας ενεργά στη σκηνοθεσία του «Σύντομα, ελπίζω» (1967), όπου εκπαιδεύει στη χρήση της κάμερας εργάτες ενός εργοστασίου υπό κατάληψη στην πόλη Μπεζανσόν, ιδρύει συνεταιρισμούς εργατών και κινηματογραφιστών, κοοπερατίβες παραγωγής και διανομής πολιτικών ταινιών (ακτιβιστική γκρούπα Μεντβέτκιν, η εταιρεία SLON-ISKRA) και, στη συνέχεια, τον Μάη του ’68, λανσάρει την ιδέα των Σινε-προκηρύξεων που κυκλοφορούν ευρύτατα στη διάρκεια των γεγονότων. Με το πέρασμα του χρόνου, όμως, αντιλαμβάνεται πως έχει πια κοπάσει ο πυρετός της εξέγερσης και, καθώς έχει μαζευτεί μπόλικο υλικό μετά τη μακρόχρονη φάση του πολιτικού ακτιβισμού με την κάμερα ως όπλο έρχεται πλέον η ώρα της περισυλλογής και της επώδυνης αποτίμησης. και όλος ο προβληματισμός του εκφράζεται στην ταινία «Το βάθος του ουρανού είναι κόκκινο» (1977). Μάστορας του μοντάζ Μαρκέρ το ξαναμόνταρε συνέχεια μέχρι το 1996, το ξανάπιασε μάλιστα και το 2008. Στη δεκαετία του 1980, το ανήσυχο πνεύμα του κατευθύνεται και προς νέες δημιουργικές μορφές, νέα μέσα, νέες εικόνες. Πειραματίζεται στα πολυμέσα, παθιάζεται για τα βίντεο παιχνίδια, βυθίζεται στον αβυσσαλέο κόσμο του διαδικτύου, ψάχνει νέες αισθητικές, γοητεύεται από την πληροφορική. Στήνει εγκαταστάσεις βίντεο στο μουσείο Πομπιντού και αλλού (Zapping Zone, 1990, Silent Movie, 1995) και δεν διστάζει να εισβάλλει, ογδοντάρης πια, στους άυλους χώρους και στο εικονικό σύμπαν της πλατφόρμας Second Life, με άβαταρ τον ίδιο να περιφέρεται ανέμελα μακριά από κάθε δημοσιότητα. Παράλληλα, μαστορεύει ένα CD-Rom, υπέροχη ξενάγηση στην προσωπική του μνήμη και στον «ξανακερδισμένο» χρόνο του (Immemory, 1998), ενώ έχει προσφέρει τουλάχιστον δυο διαμάντια, το «Χωρίς ήλιο» (1982), ταξιδιάρικη αναδρομή στον χώρο και τον χρόνο και το «Level 5» (1996) στο οποίο μια γυναίκα παλεύει να τελειώσει ένα στρατηγικό παιχνίδι πολυμέσων στον υπολογιστή της, και το οποίο παραμένει ίσως η κορυφαία και πιο μαγευτική στιγμή των αναζητήσεων του Μαρκέρ γύρω από τις σχέσεις πραγματικού και εικονικού, ιστορίας και παραπληροφόρησης, μνήμης και λήθης, ανθρώπου και μηχανής, χειροπιαστού και άυλου. Είναι, όπως έγραψε ο γάλλος σινεφίλ φιλόσοφος Ζακ Ρανσιέρ, «το ριμέικ του Χιροσίμα, αγάπη μου στην εποχή του υπολογιστή». Παράλληλα με την ταινία αυτή, το 1993 κάνει ένα μικρό αριστούργημα σε μορφή επιστολής, που απευθυνόταν στον Αλεξάντρ Μεντβέτκιν, «Ο τάφος του Αλέξανδρου» (1992), όπου καταπιάστηκε με πάθος με την ιστορία της Ρωσίας στη διάρκεια του 20ού αιώνα μέσα από την ιδιαίτερη μοίρα ενός σοβιετικού σκηνοθέτη με τον οποίον διατηρούσε πολύ φιλικές σχέσεις. Ανέκαθεν ρωσόφιλος, φιλικά προσκείμενος στη σοβιετική επανάσταση από τη μακρινή εποχή του «Γράμματος από τη Σιβηρία» (1957) και λάτρης του μεγάλου σοβιετικού κινηματογράφου ανοίγει διάλογο με τις εικόνες της σοβιετικής κομμουνιστικής ουτοπίας στην προσπάθειά του να διερευνήσει «πώς δημιουργήθηκε το επαναστατικό φαντασιακό του 20ού αιώνα». Τελειώνοντας, έχουμε μια σύντομη αναφορά στο πολύ φιλόδοξο πρότζεκτ του δημιουργού, το εγκυκλοπαιδικό εγχείρημα της «Κληρονομιάς της κουκουβάγιας» (1989), μια τηλεοπτική σειρά 13 ημίωρων επεισοδίων όπου εξερευνά, την κληρονομιά της Αρχαίας Ελλάδας στον σύγχρονο κόσμο μας. Και αυτό, μέσω 13 εμβληματικών αρχαιοελληνικών λέξεων, οι οποίες είναι πάντα μάχιμες σε πολλές διαφορετικές γλώσσες (συμπόσιο, νοσταλγία, δημοκρατία, αμνησία, μυθολογία, τραγωδία, κ.ά.). Η σειρά είναι παραγωγή του καναλιού La Sept (ο πρόγονος του σημερινού Arte) και χρηματοδοτήθηκε από το Ίδρυμα Ωνάση, το οποίο στη συνέχεια την μπλόκαρε διεθνώς διότι δεν ήταν της αρεσκείας του. Η κατάσταση εξομαλύνθηκε πρόσφατα, με αποτέλεσμα να πραγματοποιηθεί μια άριστη αποκατάσταση του υλικού και έτσι «Η κληρονομιά της κουκουβάγιας» κυκλοφόρησε σε dvd και βρήκε διανομή σε διεθνή κανάλια. Μπροστά στα αινιγματικά μάτια της σοφής κουκουβάγιας παρελαύνει η αφρόκρεμα της διανόησης και του καλλιτεχνικού κόσμου της εποχής, που φωτίζει με πάθος και με χιούμορ πτυχές του σύγχρονου κόσμου τις οποίες ο Μαρκέρ διανθίζει συνειρμικά με πολλαπλές εικόνες αρχείου, με αποσπάσματα ταινιών, με φωτογραφίες, καθώς και πλάνα εξωτερικών χώρων που τραβάει ο ίδιος εδώ κι εκεί. Οι Κορνήλιος Καστοριάδης, Τζωρτζ Στάινερ, Μισέλ Σερ, Γιάννης Ξενάκης, Βασίλης Βασιλικός, Κώστας Αξελός, Ζαν-Πιέρ Βερνάν, Θόδωρος Αγγελόπουλος, Ελίας Καζάν, ο Αλέξης Μινωτής κ.ά. διαχειρίζονται ένα σύνολο γνώσεων ιδιαίτερα συναρπαστικό, στοχαζόμενοι πάνω στις πηγές και στις ρίζες του πολιτισμού μας, αναλογιζόμενοι επίσης τον τρόπο με τον οποίον αναβιώνουν ανησυχητικά φαντάσματα χιλιετιών και κρατούν επίκαιρη την αντιπαράθεση της λογικής με το χάος αλλά και την απόσταση που χωρίζει τους αρχαίους μύθους από τις σημερινές μυθολογίες της δεκάρας. Τα γυρίσματα έγιναν στην Αθήνα, την Καλιφόρνια, τη Γαλλία και τη Γεωργία. Ερίκ Ρομέρ (Éric Rohmer): Ο ψυχοκοινωνιολόγος Γεννήθηκε το 1920 και πέθανε στις 11 Γενάρη του 2010 στο Παρίσι και από το 1950 έκανε αδιάκοπα ταινίες, όλες τους ένα αυτοτελές φιλοσοφικό, υπαρξιστικό δοκίμιο. Από τους πιο αντί-κινηματογραφικούς σκηνοθέτες που αφαιρεί κάθε τεχνητό στοιχείο στοχεύοντας στην απεικόνιση της πραγματικότητας. Το κινηματογραφικό στυλ του χαρακτηρίζεται από λιτότητά, υποτυπώδες μοντάζ, σχετικά ακίνητη κάμερα και έλλειψη μουσικής επένδυσης. Η καριέρα του ξεκίνησε όταν το 1950 ανέλαβε εκδότης στο La Gazette du Cinema (το μετέπειτα Cahiers du cinema). Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '50, συνεργάστηκε με άλλους σκηνοθέτες κάνοντας ταινίες μικρού μήκους. Η πρώτη του ταινία μεγάλου μήκους είναι «Στο ζώδιο του Λέοντα» (1959). Το 1962 αρχίζει να γυρίζει την περίφημη σειρά ταινιών «Έξι μύθοι περί ηθικής», την οποία ολοκληρώνει το 1972. Θέμα της οι ανθρώπινες σχέσεις. Το 1966 παρουσιάζει την «Συλλέκτρια», το 1968 την «Μια Νύχτα με τη Μοντ» που προτάθηκε για Όσκαρ ξενόγλωσσης ταινίας. Συνεχίζει με το «Γόνατο της Κλαίρης» με την οποία κερδίζει το βραβείο καλύτερης ταινίας στο φεστιβάλ του Σαν Σεμπαστιάν. Η ενότητα συμπληρώνεται με την ταινία «Ερωτας το απόγευμα». Το 1981 ξεκινά μια καινούρια σειρά ταινιών με τίτλο «Κωμωδίες και Παροιμίες». Πρώτη ταινία της σειράς είναι «Η γυναίκα του αεροπόρου» στην οποία παρατηρείται μια στροφή σε χαρακτήρες που δεν μπορούν να εκφράσουν τα προβλήματά τους με λεπτότητα. Οι υπόλοιπες ταινίες της ενότητας είναι το «Τέλειος Γάμος» (1982), «Πολίν στην Πλαζ», (1983), «Νύχτες με πανσέληνο» (1984), «Πράσινη Αχτίδα» (1986) και το «Φίλος της φίλης μου» (1987). Το 1988 και σε ηλικία 70 ετών ο Ρομέρ ξεκινά την ενότητα «Ιστορίες των Τεσσάρων Εποχών». Πρώτη ταινία, οι «Ιστορίες Άνοιξης» και ακολουθούν οι «Ιστορίες του Φθινοπώρου», το οποίο γνωρίζει μεγάλη επιτυχία ιδιαίτερα στην Αμερική. Το 2001 καινοτομεί με την ταινία του «Η Αγγλίδα και ο Δούκας», την οποία γυρίζει αποκλειστικά με ψηφιακή κάμερα. Στις μυθοπλασίες του αναπτύσσεται το ερώτημα ποιος ποθεί ποιόν. Οι ήρωες του δεν ξέρουν πολύ καλά ούτε οι ίδιοι ποιος ακριβώς είναι ο πόθος τους και γιατί. Σε όλο το έργο του σχηματίζεται ένα πλέγμα ερώτων, σχέσεων κι επιθυμιών. Πάνω σε αυτό το πλέγμα, ο Ρομέρ στήνει το δίχτυ των «κωμωδιών» του. Επενδύει σε αυτές πολλές ιδέες περί ψυχολογίας, ηθικής και συμπεριφοράς του σύγχρονου ανθρώπου. Είναι ένας ανατόμος, ψυχολόγος, «ηθικολόγος» φιλόσοφος και κοινωνιολόγος της εποχής του και της μοντέρνας γαλλικής κοινωνίας. H συγκάλυψη και η απάρνηση της αλήθειας και άλλοτε πάλι η επιβεβαίωσή της, αποτελούν δομικές μορφές και αρχές στις ταινίες του. H αλήθεια επιβάλλεται μέσα από αμφιταλαντεύσεις και πισωγυρίσματα, ακολουθώντας τεθλασμένη γραμμή πορείας προς την ερωτική πλήρωση. Επικρατεί μέσα από παρεξηγήσεις, λάθη, διαψεύσεις, μυστικά, αναιρέσεις και πλάνες. Οι διασταυρώσεις των πόθων, η σύγχυση των ερωτευμένων, το καμουφλάζ, οι δισταγμοί, το ξεγέλασμα και οι λαθεμένες εκτιμήσεις για το τι θέλει ο άλλος, δίνουν τον τόνο στα ματαιόδοξα ερωτικά παιχνίδια του H Πωλίν στην παραλία. H ερωτική επιθυμία των ηρώων του Ρομέρ συχνά κάνει λάθος, δυσκολεύεται να αναγνωρίσει το άτομο που αποτελεί το αντικείμενό της. O ρομερικός ήρωας, συνήθως ο άντρας, λέει ψέματα παρά την ηθικότητά του, υιοθετεί το ψέμα για να ανταπεξέλθει στις δυσκολίες των ερωτικών σχέσεων του. Οι εξαντλητικά επεξεργασμένοι διάλογοι των ταινιών του δεν λένε πάντα αλήθεια. Συχνά την απωθούν ή ψεύδονται συστηματικά. Το λάθος, η παραγνώριση της πραγματικότητας ή της προσωπικής ερωτικής επιθυμίας, αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά των διαλόγων και των συμπεριφορών. Τα πρόσωπα συμβαίνει να μη γνωρίζουν καλά τον εαυτό τους. Συχνά η γλώσσα έρχεται σε διάσταση με την πραγματικότητα, τα μηνύματά της αντιφάσκουν προς τα πραγματικά δεδομένα. Οι ήδη περίπλοκες ψυχολογικές, ηθικές κι ερωτικές καταστάσεις των ηρώων περιπλέκονται ακόμα περισσότερο λόγω της σχέσης των προσώπων με τη γλώσσα. Ποτέ δεν την κατέχουν πλήρως, προσπαθούν βέβαια να την κυριαρχήσουν, όμως αυτή τους διαφεύγει, τους ξεγελά και τους στήνει παγίδες, τους προδίδει. H γλώσσα είναι η ουσία και η πρώτη ύλη του ρομερικού κινηματογράφου, ένα ορμητικό ποτάμι χωρίς εκβολές. Διδασκαλία: Παναγιώτης Δενδραμής, σκηνοθέτης και διδάκτορας του Πανεπιστημίου της Κρήτης. Το σεμινάριο μπορείτε να το παρακολουθήσετε διαδικτυακά στη διεύθυνση: https://us02web.zoom.us/j/86989079267?pwd=RmRnS3V5NGg4ck9rRGEzVGJVeDQzUT09 Meeting ID: 869 8907 9267 Passcode: 986330 Κινηματογραφική Λέσχη Βριλησσίων Cine – ΔΡΑΣΗ

ΣΧΕΤΙΚΑ: Συμβαίνουν στην πόλη μας
ΣΧΟΛΙΑ
Πείτε μας τη γνώμη σας
Τα σχόλια δημοσιεύονται άμεσα και είναι αποκλειστική ευθύνη του συντάκτη του σχολίου. Οι διαχειριστές της παρούσας ιστοσελίδας διατηρούν το δικαίωμα διαγραφής των σχολίων εκείνων που έχουν διαφημιστικούς σκοπούς, κρίνονται ως ρατσιστικά ή προσβάλλουν πρόσωπα.
Τοιχο-διωκτικά

Έρχονται όλα κάποτε μαζεμένα. Πού να πας τότε; Πού να κρυφτείς; Τι την έκανες την ανεπανάληπτη ζωή σου;

Τάσος Λειβαδίτης - Καντάτα , Κέδρος 1960
Ημερολόγιο Δράσεων και Εκδηλώσεων

Δεν υπάρχουν προγραμματισμένες Δράσεις για τις επόμενες ημέρες...

Newsletter