Δημοτικό Συμβούλιο
του Βασίλη Καφίρη
Η ανάσχεση της δημογραφικής συρρίκνωσης του ελλαδικού χώρου θα έπρεπε να αποτελεί κορυφαία προτεραιότητα για την κυβέρνηση, την αντιπολίτευση και για κάθε φορέα παραγωγής πολιτικής, ιδιαίτερα από το 2012 και έπειτα. Η μελέτη World Population Prospects του ΟΗΕ προμηνύει ότι ο πληθυσμός της Ελλάδας σε λίγες δεκαετίες θα έχει μειωθεί στα 6,3 εκατομμύρια, δηλαδή στα ίδια επίπεδα με την απογραφή του 1928. Η υπογεννητικότητα, σε συνδυασμό με τη γήρανση του πληθυσμού, είναι στην ουσία η στατιστική αποτύπωση της σύγχρονης νεοελληνικής παρακμής. Η Ελλάδα, αντί να προοδεύει, γυρίζει 100 χρόνια πίσω. Τα στατιστικά στοιχεία είναι αδιαμφησβήτητα. Ο δείκτης γονιμότητας στην Ελλάδα, από το 1980 και έπειτα, σταδιακά έχει υποχωρήσει από τα 2,23 στα 1,38 παιδιά ανά γυναίκα, ενώ για να διατηρηθεί ο πληθυσμός χρειάζεται να αυξηθεί στα 2,3. Το φαινόμενο δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό, αφού ο μέσος όρος στην Ε.Ε. είναι 1,5 και μάλιστα καμία ευρωπαϊκή χώρα δεν πλησιάζει τον επιθυμητό στόχο. Δεν χρειάζεται να επιχειρηματολογήσει κάποιος για τους λόγους που είναι σημαντική η διατήρηση του πληθυσμού, ή και η αύξησή του, στην Ελλάδα και την Ευρώπη. Τι συμβαίνει όμως στην Ελλάδα; Τα χρόνια της κρίσης χρέους (2009-2018) συντέλεσαν σημαντικά στην καθοδική δημογραφική πορεία. Υπολογίζεται ότι περισσότεροι από 530.000 Έλληνες πήραν τον δρόμο της ξενιτιάς, στην πιο (ανα)παραγωγική φάση της ζωής τους. Η μαζική μετανάστευση, η έλλειψη εθνικού οράματος, η διάρρηξη της κοινωνικής συνοχής, η καταρράκωση του ηθικού και του εθνικού γοήτρου, ο φόβος για το μέλλον, η αύξηση της μέσης ηλικίας των ζευγαριών στον γάμο και την τεκνοποίηση, το υψηλό κόστος διαβίωσης και ο σύγχρονος τρόπος ζωής, έχουν αρνητικό αντίκτυπο στον ρυθμό μεταβολής του πληθυσμού στην Ελλάδα. Πέρα από κάθε αμφιβολία πλέον, η συνταγή Σόιμπλε, η τεχνητή οικονομική κρίση και η επιβολή των αυστηρών μέτρων, επέφεραν τεράστια ζημιά στη χώρα μας, ίσως ανεπανόρθωτη. Μια σύγχρονη γενοκτονία, χωρίς τη χρήση όπλων. Πώς θα αλλάξει η κατάσταση; Αρχικά, ας βγάλουμε από τη μέση τα αυτονόητα. Η δημογραφική ανάταση δεν θα έρθει με τα μεταναστευτικά κύματα εξ Ανατολών, για λόγους πολιτισμικούς και, κυρίως, πολιτικούς. Η ύπαρξη πολυπληθούς μουσουλμανικής μειονότητας στην Ελλάδα θα εξυπηρετούσε μόνο τα επεκτατικά σχέδια της Τουρκίας. Μιας Τουρκίας, η οποία πανηγυρίζει για το δημογραφικό μας πρόβλημα και ονειρεύεται τη διάνοιξη ζωτικού χώρου στο Αιγαίο. Αντιθέτως, οι μεταναστευτικές ροές πρέπει να αναχαιτίζονται στα σύνορα και να αυστηροποιηθεί ο έλεγχος εισόδου στη χώρα. Από σήμερα κιόλας, καθώς το φαινόμενο στα επόμενα χρόνια μόνο θα εντείνεται. Από την αυγή της νέας χιλιετίας μέχρι σήμερα, οι μεταναστευτικές ροές έχουν διπλασιαστεί, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ, ενώ η τάση είναι αυξητική λόγω ποικίλων παραγόντων. Επιγραμματικά αναφέρονται η ραγδαία αύξηση του πληθυσμού των υπανάπτυκτων χωρών, τα ελκυστικά κοινωνικοοικονομικά κίνητρα στις αναπτυγμένες χώρες, η γήρανση και η συρρίκνωση του πληθυσμού στις αναπτυγμένες χώρες, οι πόλεμοι, η ανασφάλεια, ο υπερπληθυσμός, η κλιματική αλλαγή, ο θρησκευτικός φονταμενταλισμός κ.ά. Για την Ελλάδα και την Ευρώπη, το ζητούμενο είναι η αφύπνιση των παραδοσιακών πολιτισμικών και κοινωνικών αξιών. Η οικογένεια έχει πάψει προ πολλού να αποτελεί προτεραιότητα και βασικό στοιχείο του πολιτισμού και των αξίων μας. Η φτωχοποίηση -το 40% των Ελλήνων ζει κάτω από το όριο της φτώχειας- σε συνδυασμό με τις απαιτήσεις του σύγχρονου τρόπου ζωής, δημιουργεί ασφυκτικές συνθήκες που δεν ευνοούν την τεκνοποιία. Η βασική κοιτίδα του πληθυσμού, η πυρηνική οικογένεια, στερεύει. Το 25% των ζευγαριών είναι DINK ή DINKWAD, ήτοι δεν έχουν παιδιά (οι περισσότερες επειδή δεν θέλουν, άλλες επειδή δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν οικονομικά και κάποιες επειδή δεν μπορούν βιολογικά να τεκνοποιήσουν). Από όσες οικογένειες έχουν έστω ένα παιδί, κατά προσέγγιση μια στις δυο έχουν ένα παιδί, μια στις τρεις καταφέρνει να κάνει 2 παιδιά, και μόλις μια στις δέκα οικογένειες έχουν τρία παιδία. Άραγε ποια κίνητρα και ποιες παροχές δίνονται στα σημερινά ζευγάρια για να τεκνοποιήσουν; Όσα μπορεί να αντέξει η οικονομία, λένε, κι αυτό -φευ- αποτελεί εθνική στρατηγική, γι’ αυτό θεσπίστηκε το υπουργείο οικογένειας, επί της ουσίας μηδέν, αφού τα κόμματα εξουσίας συνεχίζουν να εθελοτυφλούν μπροστά στα ανυπέρβλητα εμπόδια που αντιμετωπίζουν όσοι «θαρραλέοι» εξ ημών τολμούν να κάνουν παιδιά: χαμηλοί μισθοί, υψηλό κόστος διαβίωσης σε αγαθά, ενέργεια, υπηρεσίες κ.λπ., υψηλά ενοίκια, υψηλά δίδακτρα φροντιστηρίων και δραστηριοτήτων, δυσβάσταχτοι φόροι. Ο δρόμος προς ένα παιδί είναι στρωμένος με εμπόδια. Πολλά ζευγάρια αποφασίζουν να τεκνοποιήσουν όταν η γυναίκα έχει διαβεί τα 35 και η γονιμότητα μοιραία έχει υποχωρήσει. Και να οι εξωσωματικές, και να οι σπερματεγχύσεις. Στα ύψη οι γέννες με καισαρική. Τρελή μπίζνα στην Ελλάδα η γέννα και η γονιμοποίηση. Αυτό το φαινόμενο της εποχής μας λέγεται μαιευτική βία. Επίορκοι έστησαν φάμπρικα πάνω στην αγωνία μας. "Δεν είναι καινούργια τα προβλήματα," θα πει κάποιος, καλοπροαίρετα. Πράγματι, έχει μάθει στη φτώχεια και την ανέχεια ο Έλληνας. Μετά από πολέμους, όχι μόνο δεν το έβαλε κάτω, αλλά έφτιαξε μεγάλες οικογένειες. Έριξε βαθιές ρίζες. Αγωνίστηκε, τίποτα δεν του χαρίστηκε. Μόλις πριν από μερικές δεκαετίες, η δημιουργία οικογένειας ήταν προτεραιότητα για τα περισσότερα άτομα 22-25 ετών. Ήταν βασικό στοιχείο στο σύστημα αξιών και στον πολιτισμό μας. Εκεί χρειάζεται να ξαναβρεθούμε. Και η ευθύνη της πολιτείας είναι να δημιουργήσει τις κατάλληλες συνθήκες. Να θυμηθούμε ότι τα παιδιά δεν είναι μόνο ευλογία, αλλά και η μόνη ελπίδα για τη χώρα μας. Ο Βασίλης Καφίρης είναι μέλος της ΔΡΑΣΗΣ
ΣΧΟΛΙΑ