Συμβαίνουν στην πόλη μας
Με αφορμή το ζήτημα του «Βριλησσού»
Το κείμενο αυτό που αναδημοσιεύουμε, (με αφορμή τη συζήτηση που έχει ανοίξει στην πόλη μας για την διευθέτηση του ρέματος Βριλησσού), είναι από αποσπάσματα δικής μας επιλογής από την ολοκληρωμένη εργασία που φέρει τον τίτλο «Αρχές Περιβαλλοντικού Δικαίου κατά την Οριοθέτηση των Ρεμάτων» που υπογράφουν οι κ.κ. Κ. ΚΑΡΑΤΣΩΛΗΣ, Δικηγόρος, Δίκαιο Πολεοδομίας και Περιβάλλοντος και ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΒΟΛΑΚΗ, Δικηγόρος, η οποία εκπονήθηκε στο πλαίσιο του μεταπτυχιακού προγράμματος «Δίκαιο Περιβάλλοντος» της Νομικής Σχολής Αθηνών. Η εργασία αυτή δημοσιεύτηκε τον Απρίλιο του 2021 στον διαδικτυακό τόπο «Νόμος+Φύση», ένα διαδικτυακό περιοδικό που ιδρύθηκε το 2003 από τον Γιώργο Παπαδημητρίου, Καθηγητή ΕΚΠΑ, «με στόχο να συμβάλει στην ανάπτυξη και εμπέδωση του περιβαλλοντικού δικαίου στη χώρα μας. Σήμερα, επιστημονικός υπεύθυνος του ιστότοπου είναι ο Κωνσταντίνος Μενουδάκος, Επίτιμος Πρόεδρος ΣτΕ. Ολόκληρη την εργασία, η οποία προφανώς απηχεί απόψεις και αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας και του νομικού κόσμου, μπορείτε να την αναζητήσετε εδώ. Τα υδατορέματα (ρέματα) αποτελούν ειδικότερο στοιχείο του υδάτινου περιβάλλοντος, το οποίο τυγχάνει ιδιαίτερης αντιμετώπισης τόσο εκ της ενωσιακής και εθνικής νομοθεσίας όσο και εκ της νομολογίας του ανωτάτου δικαστηρίου, του Συμβουλίου της Επικρατείας. Η προστασία των ρεμάτων παρουσιάζει έντονο τεχνικό αλλά και νομικό ενδιαφέρον λόγω των πολύ σοβαρών επιπτώσεων που αποφέρουν οι επεμβάσεις σε αυτό και οι οποίες πρέπει να λαμβάνουν χώρα μόνο μετά την οριοθέτηση της κοίτης τους και την κατάρτιση και έγκριση των απαιτούμενων εκ του νόμου μελετών, κατόπιν εκτίμησης των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Αξίζει να σημειωθεί ότι δεδομένης της κλιματικής αλλαγής και της αύξησης των ακραίων περιβαλλοντικών φαινομένων και φυσικών καταστροφών, ιδιαίτερη σημασία έχει ο χωροταξικός και πολεοδομικός σχεδιασμός, ώστε να εξασφαλίζεται πρωτίστως όσο το δυνατόν υψηλότερο επίπεδο ασφάλειας του πληθυσμού, των κατασκευών και των δραστηριοτήτων και συνακόλουθα μείωση των αναμενόμενων επιπτώσεων και αποτροπή φυσικής καταστροφής. Ενόψει της εκπόνησης των Τοπικών Πολεοδομικών Σχεδίων (Τ.Π.Σ) στις διάφορες περιοχές ανά την Ελλάδα, στα εδαφικά πλαίσια των οποίων εντάσσονται και εκτάσεις που υπάγονται σε ειδικά νομικά καθεστώτα προστασίας (ΠΕΚ), όπως η περίπτωση των ρεμάτων, παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον η αναφορά στις αρχές περιβαλλοντικού δικαίου που λαμβάνονται υπ’ όψιν κατά τη διαδικασία εκπόνησης της Στρατηγικής Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΣΜΠΕ) / Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων (ΜΠΕ) και της Μελέτης οριοθέτησης ρεμάτων, δεδομένης της ευθείας εκ του Συντάγματος προστασίας που απολαμβάνουν τα ρέματα ως φυσικά οικοσυστήματα, χαρακτηριζόμενα από τη νομολογία ως ουσιώδη στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος. Αυτό που έχει τη δέουσα σημασία είναι ότι οι εκτάσεις των ρεμάτων πρέπει να ενταχθούν στον πολεοδομικό σχεδιασμό χωρίς να μεταβάλλεται το προστατευτικό τους καθεστώς. Στην παρούσα μελέτη λαμβάνει χώρα η απόπειρα ανάλυσης κατάστρωσης και καταγραφής αρχών του δικαίου περιβάλλοντος που πηγάζουν τόσο από το ενωσιακό δίκαιο όσο και από το δίκαιο της εθνικής έννομης τάξης και την πρόσφατη νομολογία, οι οποίες κρίνεται αναγκαίο να εφαρμόζονται στις ως άνω μελέτες. (Στο πρωτότυπο αναφέρονται 8 «αρχές»). Η αρχή της διατήρησης της φυσικής κατάστασης των ρεμάτων Τα ρέματα είναι στοιχεία του φυσικού περιβάλλοντος που αποτελούν αντικείμενα συνταγματικής προστασίας και αποβλέπουν στη διατήρηση της φυσικής τους κατάστασης και στη διασφάλιση της επιτελούμενης από αυτά λειτουργίας της απορροής των υδάτων (ΣτΕ 1990/2007). Η αρχή της αναγνώρισης των ρεμάτων ως φυσικών οικοσυστημάτων [ΣτΕ 1407/2019] Τα ρέματα αποτελούν «ουσιώδες στοιχείο του υπό το άρθρο 24 του Συντάγματος προστατευόμενου φυσικού περιβάλλοντος». Βασικό περιεχόμενο της συνταγματικής προστασίας των ρεμάτων αποτελεί η αυστηρή απαγόρευση μεταβολής του χαρακτήρα τους. Η διατήρηση της ιδιαίτερης φύσης των ρεμάτων στην υπό εκπόνηση Τ.Π.Σ περιοχή με τα οικοσυστήματα με ιδιαίτερο μικροκλίμα που συμβάλλουν πολλαπλώς στην ισορροπία του περιβάλλοντος, αποτελεί βασική αρχή για τη χάραξη των οριογραμμών τόσο στη φυσική τους κατάσταση όσο και κατά το σχεδιασμό των απολύτως αναγκαίων έργων, ώστε αυτά να συνεχίσουν να επιτελούν τον πολλαπλό τους ρόλο. Όπου τα έργα διευθέτησης κρίνονται αναγκαία, ώστε να επιτελούν το ρόλο τους ως φορέων διόδευσης των πλημμυρικών νερών στον τελικό αποδέκτη, προτείνεται η χρήση υλικών φιλικών προς το περιβάλλον και με διατήρηση του ανοικτού τους χαρακτήρα με ροή των πλημμυρικών νερών με ελεύθερη επιφάνεια, όπου αυτό είναι τεχνικά εφικτό, ώστε να αποφευχθεί αλλαγή της χρήσης ή μεταβολή του χαρακτήρα των ρεμάτων. Η αρχή της προστασίας της ανεμπόδιστης φυσικής λειτουργίας των ρεμάτων στην περίπτωση εκτέλεσης έργων διευθέτησης H εκτέλεση τεχνικών έργων πλησίον ρέματος επιτρέπεται μόνο εφόσον διασφαλίζεται η ανεμπόδιστη εκτέλεση της φυσικής αυτής λειτουργίας τους. Για να εξασφαλισθεί ο σκοπός αυτός απαιτείται, πριν την εκτέλεση των τεχνικών έργων πλησίον ρέματος, ο καθορισμός της οριογραμμής του. Το κράτος υποχρεούται να διατηρεί τα ρέματα στην φυσική τους κατάσταση προς διασφάλιση της λειτουργίας αυτών ως οικοσυστημάτων, επιτρεπομένης μόνον της εκτελέσεως των απολύτως αναγκαίων τεχνικών έργων διευθετήσεως της κοίτης και των πρανών αυτών προς διασφάλιση της ελευθέρας ροής των υδάτων, αποκλειομένης δε πάσης αλλοιώσεως της φυσικής τους κατάστασης δια επιχώσεως ή καλύψεως της κοίτης τους, ή τεχνικής επέμβασης στα σημεία διακλαδώσεώς του (2661/2001) [Πρβλ. ακόμη Σ.τ.Ε. 4577/1998]. Η αρχή της μη μεταβολής του προορισμού των ρεμάτων Η ως άνω αρχή θα πρέπει να ερευνάται σε αρμονία και επικουρικά της αρχής της προστασίας της ανεμπόδιστης φυσικής λειτουργίας των ρεμάτων στην περίπτωση εκτέλεσης έργων διευθέτησης. Η προστασία των ρεμάτων μπορεί να θεωρηθεί, κατά μία έννοια, απόλυτη. Η συνταγματική αυτή προστασία των ρεμάτων μπορεί να θεωρηθεί, από μια σκοπιά, αυστηρότερη σε σχέση με εκείνη των δασών και των δασικών εκτάσεων, εφόσον για τα τελευταία είναι δυνατή, αν και με όρους, η μεταβολή του προορισμού τους (άρθρο 24 παρ. 1 εδ. ε΄ Συντ.), ενώ η μεταβολή του προορισμού των ρεμάτων δεν επιτρέπεται σε καμία περίπτωση. … Η ένταξη των ρεμάτων σε πολεοδομική ρύθμιση είναι επιτρεπτή, μόνο όταν επιβάλλεται από τις ανάγκες ευρύτερου πολεοδομικού σχεδιασμού και εφόσον διασφαλίζεται η επιτέλεση της φυσικής τους λειτουργίας, δηλαδή μετά από προηγούμενη αποτύπωση και καθορισμό της οριογραμμής τους (ΣτΕ 4531/2009). Η οριοθέτηση γίνεται κατ’ αρχήν για το σύνολο του υδατορέματος, κατ’ εξαίρεση, όμως, είναι δυνατό να γίνει τμηματική, εφόσον δικαιολογείται από ειδικούς λόγους, όπως όταν το υπόλοιπο τμήμα του ρέματος έχει ήδη ενταχθεί σε ρυμοτομικό σχέδιο και εφόσον στις οικείες μελέτες έχουν ληφθεί υπόψη στοιχεία που αφορούν το σύνολο του ρέματος (ΣτΕ 4531/2009). Η ανάλυση της δίαιτας των ρεμάτων και η υδραυλική τους προσομοίωση δέον να γίνεται με βάση τα στοιχεία της συνολικής λεκάνης απορροής τους. Ακόμα και στην περίπτωση που θα γίνει τμηματική οριοθέτηση, αυτή προκύπτει μετά την ανάλυση της συνολικής λεκάνης απορροής του υδατορέματος, αρχή που πηγάζει από την επιστήμη της υδρολογίας και της διαχείρισης των υδατικών πόρων. Η εν λόγω ολιστική αρχή λειτουργεί σε κάθε περίπτωση υπέρ της ασφάλειας με τον καθορισμό γραμμών πλημμύρας από εκτατικά γεγονότα που καλύπτουν το σύνολο της λεκάνης απορροής του κάθε ρέματος και του υδρογραφικού του δικτύου. H αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης στο πεδίο οριοθέτησης των ρεμάτων Η αρχή της βιώσιμης ανάπτυξης προκρίνει η ανάπτυξη να ικανοποιεί τις ανάγκες του παρόντος, χωρίς να διακυβεύει την ικανότητα των μελλοντικών γενεών να ικανοποιήσουν τις δικές τους ανάγκες». Τον ανωτέρω ορισμό υιοθετεί κατά βάση το ΣτΕ, σύμφωνα με τη νομολογία του οποίου βιώσιμη είναι «η ανάπτυξη εκείνη η οποία ικανοποιεί τας ευλόγους ανάγκας της παρούσης γενεάς χωρίς να θέτη εις κίνδυνον την ικανοποίησιν των αναγκών των μελλουσών γενεών». Η σύγχρονη άποψη για την οριοθέτηση των ρεμάτων βασίζεται στην αρχή της προστασίας της φύσης και στο ότι η ζώνη κάθε ρέματος αποτελεί χώρο που ανήκει στο ρέμα για την πραγματοποίηση του πολλαπλού του ρόλου, δηλαδή της διόδευσης των επιφανειακών (και εν μέρει υπόγειων και πηγαίων) νερών με ασφάλεια στους τελικούς αποδέκτες, αλλά και της διατήρησης των αντίστοιχων οικοσυστημάτων. Συμπληρωματικά ο ρόλος των ρεμάτων περιλαμβάνει και τη διατήρηση ζωνών για βλάστηση, αναψυχή και ανανέωση του αέρα στις δομημένες περιοχές. Η αρχή της μη αποσπασματικής οριοθέτησης των ρεμάτων μέσα από τη νομολογία του ΣτΕ Το ζήτημα της μη οριοθέτησης ρεμάτων πριν από την περιβαλλοντική αδειοδότηση έχει απασχολήσει αρκετά τη νομολογία. Εκ της νομολογίας έχει κριθεί ότι ο καθορισμός οριογραμμών του ρέματος αποτελεί κατά νόμο προϋπόθεση για την έκδοση πράξης χωροθέτησης και έγκρισης περιβαλλοντικών όρων έργου ή δραστηριότητας πλησίον ρέματος [ΣτΕ 463/2010 Ολ., ΣτΕ 2752/2013, ΣτΕ 4494/2009]. Στην περίπτωση δε που δεν έχει λάβει χώρα οριοθέτηση ρέματος, έχει κριθεί εξάλλου, ότι είναι τουλάχιστον υποχρεωτική η μελέτη και κατασκευή του έργου κατά τρόπο που δεν θα επηρεάζει τη φυσική λειτουργία του ρέματος. Εφόσον πληρούται αυτή η προϋπόθεση, ήτοι οποιοδήποτε έργο θα εκτελείται μόνο εάν δεν επηρεάζεται με αυτό η φυσική λειτουργία του ρέματος, γίνεται δεκτό ότι η παράλειψη οριοθέτησης του ρέματος πριν από την έγκριση περιβαλλοντικών όρων του έργου δεν συνιστά πλημμέλεια της έγκρισης [ΣτΕ463/2010 Ολ., ΣτΕ 856/2018, ΣτΕ 3430/2006].
ΣΧΟΛΙΑ